Ξεκινήσαμε με δύο πούλμαν Παρασκευή, 14 Ιουνίου, πολύ πρωί από Νίκαια και μετρό Αιγάλεω για το λιμάνι της Ραφήνας, απ΄όπου πήραμε γύρω στις 8 το Ferry για το νησί της Μεγαλόχαρης, την όμορφη Τήνο. Φτάσαμε εκεί κατά τις 12 το μεσημέρι και ανεβήκαμε με τα πούλμαν ως την Παναγία την Ευαγγελίστρια για προσκύνημα και επίσκεψη στην Πινακοθήκη και το Μουσείο Τηνίων καλλιτεχνών.

Αφού περιηγηθήκαμε τον ενιαίο χώρο της Πινακοθήκης, όπου εκτίθενται περισσότερα από 100 πρωτότυποι πίνακες Τηνίων και άλλων ζωγράφων, όπως του Λύτρα, του Ιακωβίδη, του Αλταμούρα, του Βολονάκη κ.ά., αλλά και αντίγραφα έργων Ευρωπαίων καλλιτεχνών, ξεναγηθήκαμε στον χώρο του Μουσείου με τα γλυπτά Τηνίων από την υπεύθυνη. Στο δεύτερο υπάρχουν πολλά αντιπροσωπευτικά δείγματα έργων καλλιτεχνών καταγόμενων από την Τήνο, με πολλά γλυπτά ανάμεσά τους των Φιλιππότη, Χαλεπά, Βιτάλη, Βούλγαρη κ.ά. Και τα δύο μουσεία βρίσκονται εντός του περιβόλου του Ιερού Ιδρύματος.

Ο ναός της Ευαγγελίστριας έχει χτιστεί, μετά την εύρεση της εικόνας το 1823, πάνω σε κατάλοιπα παλαιοχριστιανικού ναού, ενώ εκεί προϋπήρχε τέμενος του Διονύσου. Προσκυνήσαμε την κατάμεστη από αφιερώματα θαυματουργή εικόνα, ζωγραφισμένη ίσως από τον Ευαγγελιστή Λουκά, και θαυμάσαμε τον υπόλοιπο διάκοσμο του ναού, όπως το επιβλητικό ξυλόγλυπτο και επίχρυσο τέμπλο, τον άμβωνα, τον περίτεχνο δεσποτικό θρόνο.

Κάναμε επίσκεψη και στον ναό της Ευρέσεως, της Ζωοδόχου Πηγής, κάτω ακριβώς από αυτόν της Ευαγγελίστριας. Αφιερώθηκε στη Ζωοδόχο Πηγή, γιατί, σκάβοντας μετά το όραμα της μοναχής Πελαγίας, στα θεμέλια του παλαιοχριστιανικού ναού, για να χτίσουν νέο ναό, την ημέρα του αγιασμού ανέβλυσε νερό, κάτι που θεωρήθηκε θαύμα.  Η εικόνα χτυπήθηκε και κόπηκε στη μέση από τη σκαπάνη του εργάτη και με θαυματουργό τρόπο έπειτα επανασυγκολλήθηκε.

Δίπλα στον ναό της Ευρέσεως, στο Μαυσωλείο της Έλλης, μπορεί να δει κανείς, πέρα από τη μαρμάρινη ανάγλυφη μορφή της Νίκης και τμήμα της τορπίλης που χτύπησε το ελληνικό καταδρομικό στις 15 Αυγούστου του 1940, αντικείμενα του πλοίου και οστά θυμάτων.

Αναχωρήσαμε στη συνέχεια για τα ξενοδοχεία μας, στον Άγ. Φωκά, στον όρμο της Αγκάλης, το κοντινότερο, και στο Λαούτη, το πιο μακρινό. Ξεκουραστήκαμε, τσιμπήσαμε κάτι για μεσημεριανό και κάναμε το μπανάκι μας στην παραλία.

Στις 18:30 με τα πούλμαν κατεβήκαμε στη Χώρα για έναν δίωρο αστικό περίπατο. Ξεκινήσαμε από την κεντρική πλατεία Παντανάσσης με τη μαρμάρινη εξέδρα, όπου συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου στις 30 Ιανουαρίου, με τα αναμμένα φαναράκια στα χέρια, για να γιορτάσει την επέτειο της ευρέσεως της εικόνας. Αυτό είναι το έθιμο “Φαναράκια”, που τελείται κάθε χρόνο, με προσέλευση και πολλών επισκεπτών από άλλα μέρη.

Κατευθυνθήκαμε έπειτα προς την παλαιά συνοικία Παλλάδα, όπου θαυμάσαμε την Ορθόδοξη Μητρόπολη των Ταξιαρχών, κτίσμα των μέσων του 18ου αι., καθώς και την Καθολική Μητρόπολη του Αγ. Αντωνίου της Πάδοβα, μέρος κάποτε του μοναστηριού των Καπουκίνων. Οι περισσότεροι συνεχίσαμε τη βόλτα μας στα γραφικά και στενά σοκάκια της “Χώρας του Αγ. Νικολάου”, όπως άλλοτε λεγόταν, εξαιτίας του Καθολικού ναού του Αγ. Νικολάου, που βρίσκεται πολύ κοντά στο παλιό λιμάνι. Κάποιοι βρέθηκαν αργότερα και μέσα στην εκκλησία, όπου εκείνη την ώρα γινόταν παράκληση.

Περάσαμε από τα χαριτωμένα και πολύχρωμα δρομάκια της αγοράς, με τα ποικίλα ενθύμια από το νησί, τα τοπικά προϊόντα, είδη θαλάσσης κ.λ.π. Με την κλειστή αγορά της Κωνσταντινούπολης έχουν παρομοιαστεί αυτά τα μικρομάγαζα και όντως είναι σε μικρογραφία…

Στη βόλτα μας δεν υπήρχε περίπτωση να μην συμπεριλάβουμε και το αρχιτεκτονικό “καμάρι” της Χώρας, το Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, ιδίως από τη στιγμή που ξέραμε ότι φιλοξενεί πρωτότυπα και άγνωστα στο πολύ κοινό έργα του Χαλεπά. Χαιρετίσαμε λοιπόν την προτομή του συμπαθέστατου γλύπτη στην είσοδο του πολυώροφου ανακαινισμένου νεοκλασικού κτηρίου των αρχών του 20ού αι., πληρώσαμε το αντίτιμο και ανεβήκαμε στον 3ο όροφο, όπου φιλοξενείται η μόνιμη έκθεση με τα γλυπτά του μεγάλου Τήνιου γλύπτη , καθώς και μια προσωρινή έκθεση ενός ξένου ζωγράφου.

Ο χρόνος δεν αρκούσε να συνεχίσουμε την περιήγησή μας κι έτσι, αφού κάποιοι από εμάς πρόλαβαν να πιουν κι ένα καφεδάκι με θέα τη θάλασσα, επιστρέψαμε στα ξενοδοχεία μας για το δείπνο. Μετά από αυτό κάναμε μια μικρή βολτίτσα στην παραλία ή καθίσαμε γύρω από την πισίνα του ξενοδοχείου και πήγαμε για ύπνο και ξεκούραση…

Πρωί-πρωί την άλλη μέρα, Σάββατο 15 Ιουνίου, μετά από πολλές συνεννοήσεις με τον καπετάνιο για τη δυνατότητα απόπλου, φύγαμε από το παλιό λιμάνι για απευθείας μετάβαση στο ιερό νησί της Δήλου. Δεν παραλείψαμε, βέβαια, να βγάλουμε και μερικές ομαδικές φωτογραφίες στο σύγχρονο μνημείο της Έλλης, το οποίο θυμίζει το τραγικό εκείνο γενονός του Β΄Παγκ. Πολέμου.

Μετά από ¾ περίπου ενός λίγο “χορευτικού” ταξιδιού φτάσαμε στο νησί, βγάλαμε το εισιτήριό μας και, αφού χωριστήκαμε σε δύο ομάδες, ακολουθήσαμε τις ξεναγούς μας. Ακούσαμε μια σύντομη εισαγωγή για τον χώρο πρώτα, δίπλα σε ένα μοντέρνο σιδερένιο γλυπτό, από τα πολλά που εκτίθενται διάσπαρτα στον αρχαιολογικό χώρο, ακόμα και μέσα στη θάλασσα, έργα ενός ξένου γλύπτη, του Antony Gormley.

Ξεκινήσαμε από τη “συνοικία του θεάτρου”, όπου βρίσκονται οι περίφημες οικίες της Κλεοπάτρας και του Διονύσου, με το περιώνυμο ψηφιδωτό που παριστάνει τον θεό Διόνυσο πάνω σε τίγρη. Αντίγραφό του, βέβαια, βλέπει κανείς στο δάπεδο του περιστυλίου της αυλής, ενώ το πρωτότυπο είναι μέσα στο Μουσείο.

Περπατώντας ανάμεσα στα στενά πλακόστρωτα σοκάκια της συνοικίας, βλέποντας και άλλες πλούσιες ή μέτριας αξίας οικίες της ρωμαϊκής, κυρίως, εποχής, μερικές από αυτές με τα γνωστά γλυπτά από σίδηρο εντός τους, φτάσαμε στο ίδιο το θέατρο. Σταθήκαμε για λίγο στις καλοφτιαγμένες δεξαμενές, που υπάρχουν στο πίσω μέρος της σκηνής του θεάτρου, και μπήκαμε έπειτα σε αυτό. Καθίσαμε σε κάποια εδώλια και σε προεδρίες, θέσεις, δηλαδή, επισήμων, ακούσαμε από την ξεναγό μας λίγα λόγια για το ίδιο το θέατρο, τη δημιουργία του, τα μέρη του, καθώς και τον γνωστό μύθο της γέννησης των θεών Απόλλωνα και Άρτεμης και τη σταθεροποίηση του νησιού της Δήλου, που ως τότε λεγόταν Άδηλος, επειδή δεν φαινόταν.

Φεύγοντας από τη συνοικία του θεάτρου, κατευθυνθήκαμε προς την Αγορά των Κομπεταλιαστών και τη Στοά του Φιλίππου του Ε΄. Ακολουθώντας την Ιερά Οδό βρεθήκαμε στη δυτική όψη των τριών ναών του Απόλλωνα και στον Οίκο των Ναξίων, με τα σωζόμενα τμήματα του Κολοσσού, αφιερώματος των ίδιων στη Δήλο.

Οι λέοντες-φύλακες του χώρου στο ομώνυμο άνδηρο, ανάθημα και αυτό των Ναξίων, μας περίμεναν, στη συνέχεια, και η ιερή λίμνη στα ανατολικά τους, την οποία, κατάφυτη, διασχίσαμε, ώστε να βρεθούμε σε λίγο στο Μουσείο. Εκεί περιηγηθήκαμε σχετικά σύντομα όλες τις αίθουσες με τα αρχαϊκά γλυπτά, κυρίως κούρους, τα επιτύμβια, , τα κοσμήματα, τα ειδώλια, τα αγγεία και τα άλλα μικροαντικείμενα, καθώς και ταφικά ευρήματα από τη Ρήνεια, στην οποία και μόνο γίνονταν οι ταφές, μετά την “κάθαρση” της Δήλου.

Πήραμε το πλοίο για τη Μύκονο, όπου βρισκόμαστε σε μισή περίπου ώρα. Είχαμε στη διάθεσή μας 5 περίπου ώρες, για να πάμε σε κάποια παραλία, να κάνουμε τις βόλτες μας, να φάμε κάτι πρόχειρο και οτιδήποτε ήθελε ο καθένας.

Έτσι, πήραμε λεωφορείο για τις πιο κοντινές κι απάνεμες παραλίες, όπως ο Ορνός, η Παράγκα, ο Πλατύς γιαλός, το Πάραντάιζ, super ή μη…

 

Κολυμπήσαμε, φάγαμε κι επιστρέψαμε στη Χώρα.

Επισκεφθήκαμε τα αξιοθέατά της, όπως η Παραπορτιανή στο Κάστρο, η «Μικρή Βενετία», το Αρχαιολογικό Μουσείο, με τους ονομαστούς ανάγλυφους πίθους, η περιοχή με τους 7 ανεμόμυλους, η πλατεία της Μαντώς Μαυρογένους, τα γραφικά σοκάκια, τα Τρία πηγάδια στο κέντρο της πόλης σήμερα, και δεν παραλείψαμε, φυσικά, να αγοράσουμε και μερικά ενθύμια από το πολυδιαφημισμένο και πολυτάραχο νησί…

 

Στις 17:30 και εν όψει αλλαγής του καιρού προς το χειρότερο, αναχωρήσαμε απευθείας για Τήνο, όπου βρεθήκαμε μετά από αρκετό … κουνηματάκι, γύρω στις 6 και κάτι. Όσοι ήθελαν έμειναν στη Χώρα της Τήνου για ένα καφεδάκι, ένα γλυκό, κάποια ψώνια, ενώ οι περισσότεροι επιστρέψαμε στα ξενοδοχεία μας. Εκεί κάποιοι έκαναν κι άλλο ένα, απογευματινό, μπανάκι, ως την ώρα του δείπνου. Ξεκούραση και ύπνος …ή και άλλη μια βόλτα στη Χώρα για όσους έμεναν στα 10΄απόσταση.

Κυριακή, 16 Ιουνίου, ημέρα της Πεντηκοστής, και κάποια όμορφα χωριά της ενδοχώρας ανέμεναν 80 περίπου περιηγητές να τα εξερευνήσουν. Πρώτη μας στάση η πανέμορφη και καταπράσινη Καρδιανή, στην οποία κατηφορίσαμε, ακολουθώντας τη μία από τις δύο εισόδους της. Η θέα προς τον όρμο Γιαννάκη, το επίνειό της, το Αιγαίο και τα κοντινά νησιά φανταστική από το χωριό αυτό, που μοιάζει κρεμασμένο στην απόκρημνη πλαγιά του βουνού Πατέλες! Προνομιούχο το χωριό και από τις αρχαιότερες τοποθεσίες που μαρτυρούν ζωή στο νησί, αφού εδώ κοντά βρέθηκαν γεωμετρικοί τάφοι και υπάρχει το οροπέδιο “Του Πολέμου ο Κάμπος”.

 

Περάσαμε πρώτα από τον ορθόδοξο ναό της Αγ. Τριάδας, μπήκαμε και προσκυνήσαμε σε ώρα λειτουργίας, και προχωρήσαμε προς το κέντρο και ως την άκρη του χωριού, όπου βρίσκονται και οι δύο καθολικοί ναοί της Κοιμήσεως ( Santissimos) και του Γενέσιου της Θεοτόκου.  Αυτή η τελευταία είναι και η “Κιουρά” του χωριού. Είδαμε πανέμορφες κρήνες, με τα παραδοσιακά πλυσταριά, παλιά αλλά και όμορφα ανακαινισμένα σπίτια, πολύ μικρά  γραφικά και πλακόστρωτα σοκάκια, χαμηλές στοές, μικρές και χαριτωμένες πλατείες, αλλά και φιλόξενους ανθρώπους.

Βγήκαμε από τη δεύτερη είσοδο-έξοδο του χωριού, μπήκαμε στα πούλμαν και σε λίγο φτάναμε στα Υστέρνια, το ύστερο χωριό προς τα νοτιοδυτικά του νησιού κι από τα μεγαλύτερα. Λόγω του ότι βρίσκεται κοντά στα λατομεία μαρμάρου είναι αφειδώς ντυμένο με αυτό το πέτρωμα παντού, στα σκαλιά, τα υπέρθυρα, τις αυλές, τις προτομές και τα αγάλματα. Από το χωριό αυτό κατάγονται πολλοί σπουδαίοι γλύπτες, όπως ο Αντ. Σώχος, ο Λαμέρας, οι αδερφοί Μαλακατέ, και Φυτάλη. Λειτουργεί μάλιστα και Μουσείο Υστερνιωτών καλλιτεχνών εδώ.

Ανηφορίσαμε ως την κεντρική εκκλησία της Αγ. Παρασκευής και την πλατεία Γλύνη με την προτομή του ευεργέτη του χωριού, προχωρήσαμε στο κεντρικό δρομάκι, μπήκαμε σε σοκάκια, βρήκαμε κι άλλες όμορφες πλατειούλες, με ωραία καφενεδάκια με απέραντη θέα στη θάλασσα και ήπιαμε κι ένα καφεδάκι…Δεν το αποκαλούν άδικα “Μπαλκόνι” στο Αιγαίο … Ωραία παραδοσιακά σπιτάκια κι εδώ, περιποιημένα στενάκια, ενδιαφέροντες κι οι κάτοικοι του χωριού.

Οι πεζοπόροι μας έτοιμοι ήδη για τη διαδρομή που θα έκαναν, ξεκινώντας λίγο πιο πάνω από το χωριό, στο σημείο όπου σώζονται ερείπια πολλών ανεμόμυλων σε παράταξη, μετατρέποντας το τοπίο σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα του νησιού, αναχώρησαν 12 τον αριθμό, για μια πορεία ως την παραλία του Πανόρμου. Ανηφορίζοντας  το μονοπάτι  πέρασαν δίπλα από τους παλιούς ανεμόμυλους , που έστεκαν εκεί μισοερειπωμένοι για να θυμίζουν παλιές καλές εποχές , όπου οι χωρικοί έφερναν και άλεθαν το σιτάρι τους  για να εξοικονομήσουν  το ψωμί της χρονιάς, όπου και  πήραν κάποιες φωτογραφίες.

Στη συνέχεια  περπατώντας  ανάμεσα στα χωράφια με τους πετρόκτιστους τοίχους  που συναντιούνται σε όλες τις Κυκλάδες  φτάσανε στο πάνω μέρος του χωριού Πύργος  και κατηφόρισαν για να επισκεφτούν και αυτοί το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας.

Στη συνέχεια πέρασαν από το νεκροταφείο για να δουν τα μνημεία που αποτελούν έργα τέχνης  και κατηφόρισαν για το κέντρο του χωριού όπου επισκέφτηκαν το σπίτι του Γιαννούλη Χαλεπά. Μια μικρή στάση  στη πλατεία του χωριού κάτω από τον πλάτανο για ένα καφεδάκι και ύστερα  συνέχισαν για την παραλία. Ανέβηκαν πάλι στο μουσείο Μαρμαροτεχνίας από όπου ξεκινάει το μονοπάτι και κατεβαίνει  στον Πάνορμο. Στο δρόμο συνάντησαν  αρκετά κτήματα, σημεία με λίγο νερό όπου υπήρχαν ανθισμένες λυγαριές ,  κάποιες στάνες με κατσίκια και αριστερά και δεξιά του μονοπατιού ανθισμένο θυμάρι. Η ζέστη αρκετή αλλά το αεράκι που φυσούσε από τη θάλασσα τους δρόσιζε και έτσι κάποια στιγμή έφτασαν στον Πάνορμο όπου και κολύμπησαν.

Οι τουρίστες συνέχισαν με τα πούλμαν ως τον Πύργο, το μεγαλοχώρι του νησιού, όπου επισκεφθήκαμε πρώτα το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας, του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Τράπεζας Πειραιώς. Στην είσοδο μας υποδέχτηκε ένα έργο του Ηπειρώτη γλύπτη Θόδωρου  Παπαγιάννη, το μουσείο του οποίου είχαμε επισκεφθεί 3 μήνες πριν στο χωριό Ελληνικό της Ηπείρου.

Όμορφα τακτοποιημένα τα εκθέματα, βίντεο που ενημερώνουν για την τεχνολογία και επεξεργασία του μαρμάρου, πίνακες με αναλυτική ενημέρωση, ποικίλα πρωτότυπα έργα σε μάρμαρο, σχέδια παλιών μαρμαρογλυπτών μας τράβηξαν την προσοχή για αρκετή ώρα. Θέλαμε όμως να επισκεφθούμε και το νεκροταφείο του χωριού, το οποίο επίσης αποτελεί αξιοθέατο, μια και πολλά ταφικά μνημεία αποτελούν έργα τέχνης και μάλιστα έχουν την υπογραφή επώνυμων καλλιτεχνών της Τήνου.

Αφού κάναμε, λοιπόν, κι εκεί την περιήγησή μας, κατηφορίσαμε προς το μουσείο καλλιτεχνών Πύργου Πανόρμου. Μετά την ξενάγησή μας από την υπεύθυνη, μπήκαμε και στο διπλανό μουσείο-σπίτι του Γιαννούλη Χαλεπά. Μας έμεινε έπειτα και λίγος χρόνος για την περιήγηση στο χωριό στα στενάκια του χωριού και για ένα γρήγορο καφεδάκι…

Αναχωρήσαμε τη συμφωνημένη ώρα για το μπανάκι μας στον Πάνορμο,

όπου εξάλλου θα κατέληγαν και οι πεζοπόροι μας σε λίγη ώρα. Κολυμπήσαμε, φάγαμε κάτι πρόχειρο, περπατήσαμε λίγο στο λιμάνι, φωτογραφίσαμε και το νησάκι Πλανήτης απέναντι, με τον φάρο στην κορυφή του και φύγαμε νωρίς το απόγευμα για Χώρα και τα ξενοδοχεία μας. Χαρήκαμε που μάθαμε καλά νέα για επερχόμενη αποκατάστασή του.

Ξεκουραστήκαμε, κάναμε κι άλλο μπανάκι στη “θάλασσά” μας, όσοι θέλαμε, και την ώρα του δείπνου ανταμώσαμε πάλι όλοι μαζί. Όσοι από εμάς είχαν διάθεση κατέβηκαν για μια τελευταία βραδινή βόλτα στην πρωτεύουσα του νησιού. Τελευταία ψώνια, καφεδάκι ή ποτό με θέα στη θάλασσα, αλλά και … συναυλία με τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή, για όσους μπορούσαν να αντέξουν τη ζεστή, στην αρχή, ατμόσφαιρα μέσα στο Πνευματικό Κέντρο της Χώρας.

Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο για ύπνο και ξεκούραση από τη “γεμάτη” μέρα μας.

Δευτέρα, του Αγ. Πνεύματος, 17 Ιουνίου, μετά το πρωινό μας, φορτώσαμε τις αποσκευές στο πούλμαν και φύγαμε για το επίσης πλούσιο πρόγραμμα και της τελευταίας μέρας. Αρχικός προορισμός το χωριό Βώλαξ, με το περίεργο γεωλογικό φαινόμενο των γρανιτένων ογκόλιθων. Ήταν πρωί ακόμα, όταν φτάσαμε, και η κίνηση μικρή, αλλά μας αντιλήφθηκαν οι κάτοικοι και άνοιξαν τα λιγοστά μαγαζάκια, το καφενεδάκι, το κατάστημα με τα πλεχτά καλαθάκια, το μικρό και χαριτωμένο λαογραφικό μουσείο. Τους τιμήσαμε με την παρουσία μας και φτάσαμε στο “έβγα του  χωριού, όπου μπορεί κανείς να δει όλους εκείνους τους περίεργους βράχους, που κάποιοι λένε πως έπεσαν από τον ουρανό, διάσπαρτους, ακόμα και σε απόσταση από το χωριό. Φωτογραφίσαμε, κάναμε μια βόλτα στο μικρό γραφικό και όντως καλλιτεχνικό χωριό, βρεθήκαμε στο ανοιχτό θεατράκι, μιλήσαμε και με ντόπιους, ήπιαμε κι ένα καφεδάκι, πήραμε και τα καλαθάκια μας και φύγαμε για το επόμενο αξιοθέατο.

Ανεβήκαμε ψηλά στο Εξώμβουργο, στη βάση του  Κάστρου της Αγ. Ελένης, όπως λεγόταν στα μεσαιωνικά χρόνια το φρούριο που χτίστηκε από τους Δυτικούς εκεί ψηλά, Ενετούς, κατά βάση. Εκεί στα προϊστορικά και γεωμετρικά χρόνια υπήρξε κατοίκηση, απ΄ό,τι έχουν συμπεράνει οι αρχαιολόγοι, με βάση τα ευρήματα. Εγκαταλείφθηκε η κατοίκηση στα κλασικά χρόνια, οπότε δημιουργήθηκε κάτω, δίπλα στη θάλασσα, στη σημερινή θέση της πρωτεύουσας του νησιού, ο οικισμός με το όνομα “Πόλες”. Νέα κατοίκηση ψηλά στο Εξώμβουργο σημειώθηκε πάλι τον 13ο αι., οπότε και χτίστηκε το Κάστρο. Στο μεταξύ διάστημα, στα βυζαντινά χρόνια, στην περιοχή Ξυνάρα παρατηρείται νέος οικισμός, μακριά και πάλι από τις επιθέσεις των πειρατών. Τότε φτάνει και στο απόγειό του το Εξώμβουργο.

Τον 16ο αι. ενισχύεται το Κάστρο, μετά τις επιθέσεις του Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα, με ψηλούς πύργους. Η τελευταία επιδρομή στις αρχές του 18ου , από τους Τούρκους, ήταν και η καταστροφική. Το Κάστρο, μετά από 500 και πλέον έτη κατοίκησης έπεσε. Οι κάτοικοί του αναγκάστηκαν να κατοικήσουν έξω από αυτό, έξω από το Borgo, δηλαδή, κι έτσι πήρε το όνομα που ξέρουμε σήμερα. Εντός του βλέπει κανείς ερείπια κι από τις εκκλησιές. Ακριβώς μετά από αυτή την καταστροφή είναι που δημιουργήθηκε η σύγχρονη Τήνος, μέχρι τα μέσα του 18ου αι.

 

Μπήκαμε στον περίβολο του καθολικού μοναστηριού της Ιεράς Καρδίας του  Ιησού, με το γλυπτό μνημείο του Φιλιππότη, προς τιμήν των πεσόντων στους πολέμους του 20ού αι. Ελλήνων Καθολικών. Το Μοναστήρι θεωρείται από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα της Ελλαδικής Καθολικής Εκκλησίας. Ιδρύθηκε από τους Ιησουίτες μοναχούς το β΄μισό του 17ου αι., οι οποίοι αναγκάστηκαν να μετοικήσουν στο Borgo, μετά την καταστροφή από τους Τούρκους, και στα Λουτρά από το 1837-8, στο ιδιόκτητο κτήμα τους. Στα μέσα του 20ού αι. ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε παίρνοντας τη σημερινή του μορφή.

Ωραία η θέα από εκεί πάνω, προς τη θάλασσα, τη Χώρα και τα γύρω χωριά!

Επόμενη στάση στα Λουτρά και στη Μονή Ουρσουλινών, όπου μας καλοδέχτηκαν και μας ξενάγησαν επί μακρόν σε όλους τους επιτρεπόμενους χώρους, στα εργαστήρια των μοναχών, στην τραπεζαρία, στην κουζίνα, στη βιβλιοθήκη και αλλού.  Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους οικισμούς στο νησί τους τελευταίους δύο αιώνες και αποτέλεσε θρησκευτικό και πολιτιστικό κέντρο. Στο χωριό λειτουργεί και Λαογραφικό Μουσείο.

Μικρή βόλτα και στο υπόλοιπο γεμάτο εσπεριδοειδή χωριό και πάλι στα πούλμαν για το χωριό Ταραμπάδος.  

Οι πιο εντυπωσιακοί περιστεριώνες σώζονται εδώ στην Τήνο , ενώ υπάρχουν και στα άλλα κυκλαδονήσια. Εξάλλου είναι σήμα κατατεθέν του νησιού. Περισσότεροι από 1.000 υπάρχουν στην Τήνο. Είναι χτισμένοι στην ενδοχώρα, κοντά σε πηγές νερού και σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Πέρα από τον λειτουργικό τους ρόλο είναι και δείγμα ευγενείας και αριστοκρατίας. Προσέδιδαν αίγλη στους ιδιοκτήτες τους. Είναι συνήθως διώροφοι, ενώ οι κατώτεροι όροφοι χρησιμεύουν ως αποθηκευτικοί χώροι. Με τους σχιστόλιθους οι χτίστες τους δημιουργούν αρχιτεκτονικά κεντήματα ( ρόμβους, τρίγωνα, τετράγωνα κ.ά. ) σε όλες τις πλευρές των κτισμάτων αυτών.

Τη συστηματική εκτροφή των περιστεριών εισήγαγαν στο νησί οι Βενετοί. Οι Τηνιακοί έκαναν μέχρι και εξαγωγές περιστεριών, αφού ήταν μεγάλη η εκτροφή τους στο νησί.

Στο Ταραμπάδος θαυμάσαμε τους περίφημους περιστεριώνες από κοντά, τους παρατηρήσαμε, τους φωτογραφίσαμε και εκεί αποχαιρετίσαμε και τους 10 φίλους μας πεζοπόρους, οι οποίοι ξεκίνησαν την πεζοπορία τους για Χατζιράδος, Κτικάδος  με προορισμό την παραλία στα Κιόνια. Περπάτησαν  σε μονοπάτια  κατσικόδρομους στην αρχή και πέρασαν μέσα από κτήματα  μέχρι που έφτασαν στο Χατζιράδος. Εδώ είχαν μια ευχάριστη έκπληξη όπου έξω από την εκκλησία της Αγίας Τριάδος οι χωρικοί είχαν στήσει γλέντι και φαγοπότι λόγω και της μέρας του Αγίου Πνεύματος. Τους πρόσφεραν ότι είχαν στα τραπέζια τους πίτες, κεφτεδάκια, γαλέο σκορδαλιά κλπ λίγο κρασάκι  για την ημέρα , δροσερό νερό που το είχαν μεγάλη ανάγκη οι πεζοπόροι γιατί η ζέστη άρχισε να γίνεται αισθητή και αφού τους ευχήθηκαν  πήραν το σηματοδοτημένο μονοπάτι για Κτικάδος.

Τα παιδιά του χωριού τους οδήγησαν μέχρι την αρχή του μονοπατιού και αυτοί συνέχισαν το κατηφορικό μονοπάτι για Κιόνια. Από ψηλά φαινόταν η παραλία στα Κιόνια και σε μια ώρα περίπου έφτασαν έξω από τον αρχαιολογικό χώρο και στην όμορφη παραλία τους. Εδώ  έκαναν το δροσερό μπανάκι τους μέχρι που έφτασε η ώρα της αναχώρησης για το λιμάνι της Τήνου.

Οι τουρίστες μετά τους περιστεριώνες έφυγαν για προσκύνημα στη Μονή Οσίας Πελαγίας, στο Κεχροβούνι, όπου εμόνασε η Αγ. Πελαγία, στα οράματα της οποίας οφείλεται η εύρεση της εικόνας της Ευαγγελίστριας. Η Μονή Κεχροβουνίου ονομάζεται και της Κυρίας των Αγγέλων, μια και είναι αφιερωμένη στην Παναγία. Χτίστηκε γύρω στον 11-12ο αι και κινδύνεψε πολλές φορές να κλείσει, όπως, για παράδειγμα, στην εποχή του Όθωνα. Αποτελεί δείγμα τηνιακής αρχιτεκτονικής, όντας χτισμένο ως φρούριο, με τα στενά λιθόστρωτα σοκάκια, τις καμάρες του, τη λιτότητα και τη λευκότητά του.

Αφού περάσαμε τον αυστηρότατο έλεγχο στην είσοδο, επισκεφθήκαμε το Καθολικό της Μονής, τον νεόδμητο ναό σε υψηλότερο επίπεδο, όπου μια μοναχή μας ξενάγησε με λίγα λόγια, προσκυνήσαμε το κελί της Αγίας, την κάρα της και βγήκαμε πάλι έξω, όπου από κάποιον πλανόδιο αγοράσαμε και τα βότανά μας …

Προς τιμήν της αγίας, κάθε χρόνο στις 23 Ιουλίου, η εικόνα μεταφέρεται για μια μέρα πάνω στο μοναστήρι με τελετές και πολλοί είναι εκείνοι που κάνουν όλη αυτή την απόσταση με τα πόδια από τη Χώρα και πίσω.

Μετά το προσκύνημα πήγαμε στα Κιόνια για μπάνιο και φαγητό, ώσπου να έρθει η ώρα να βρεθούμε στο νέο λιμάνι για την αναχώρησή μας για Πειραιά. Εκεί μπορέσαμε να επισκεφθούμε και τον σημαντικό αρχαιολογικό χώρο, μεγάλο θρησκευτικό κέντρο κατά την αρχαιότητα, αφιερωμένο στον Ποσειδώνα “ιατρό” και τη σύζυγό του Αμφιτρίτη. Όποιος ήθελε να επισκεφθεί τη Δήλο έπρεπε πρώτα να περάσει από το ιερό αυτό και να καθαρθεί.

Κάναμε τα τελευταία ψώνια στα μαγαζάκια της Χώρας και πήραμε το πλοίο που ερχόταν από Μύκονο στις 16:45. Φτάσαμε στον Πειραιά, μετά από ένα εξαιρετικό ταξίδι στις 9 και κάτι το βράδυ.

Επιστρέψαμε στη Νίκαια ικανοποιημένοι και γεμάτοι από την 4ήμερη εκδρομή μας, δίνοντας για άλλη μια φορά την υπόσχεση ότι θα επανακάμψουμε για ό,τι δεν προλάβαμε ή δεν το “χορτάσαμε” αυτές τις 4 υπέροχες μέρες!