Η εκδρομή του Φυσιολάτρη   στον Πλάτανο Αρκαδίας, όπου θα λάμβανε χώρα η γιορτή του Μάη και του κερασιού στις 18 Μαΐου, τράβηξε πολλούς φίλους, αφού ήταν σχεδόν γεμάτα τα δύο πούλμαν με τα οποία ξεκινήσαμε από τη Νίκαια. Πολλοί και οι φίλοι μας από το ΜΕΤΡΟ Αιγάλεω, πού ήρθαν  από διάφορες περιοχές της Αττικής.

Κάναμε μια ημίωρη στάση στο Σπαθοβούνι και πήραμε τον δρόμο για Άργος, Μύλους, Μεσόγειο  Άστρος , Πλάτανο και τελικά φτάσαμε στη Σίταινα. Μια κατολίσθηση στον δρόμο ανάγκασε το ένα πούλμαν να κάνει κύκλο και να γίνουν οι πεζοπορίες σε δυο φάσεις.

Τελικά φτάσαμε  στη μικρή και όμορφη Σίταινα, ένα από τα χωριά της Τσακωνιάς ( μαζί με την Καστάνιτσα, τον Πραστό, τον Άγ.Ανδρέα, το Λεωνίδιο, τον Τυρό κ.ά.). Οι λιγοστοί  τουρίστες έμειναν εκεί, να δουν για μισή ώρα το χωριό Σίταινα, το γειτονικό τσακωνοχώρι, το οποίο σε υποδέχεται με τις βρύσες του που τρέχουν γάργαρο δροσερό νερό και με την επιγραφή “Καούρ εκάμετε”, που θα πει “Καλώς ήρθατε”, ενώ πεζοπόροι και ορειβάτες ξεκίνησαν την πορεία τους.

Οι πεζοπόροι ακολούθησαν το παλιό μονοπάτι, προς τον Πλάτανο, γεμάτο ρείκια, κερασιές  και καστανιές, κυρίως καθώς πλησίαζαν στο χωριό. Στον δρόμο έφαγαν λίγα κεράσια  και ευχαριστημένοι από την ωραία διαδρομή έφτασαν μετά από ένα 3ωρο στον γραφικότατο παραδοσιακό οικισμό του Πλάτανου, με τα πλακόστρωτα και νοικοκυρεμένα σοκάκια και τα άφθονα νερά. Είναι χτισμένος στα 440 μ., σε ένα πανέμορφο φυσικό περιβάλλον, γεμάτο κερασιές, καστανιές, πεύκα και έλατα, στη βάση μιας καταπράσινης ρεματιάς στις πλαγιές του Πάρνωνα.

 

Οι ορειβάτες ακολούθησαν την ίδια διαδρομή και επιπλέον κατέβηκαν  στο φαράγγι του Λούλουγκα, προς αναζήτηση του ομώνυμου καταρράκτη.  Σχηματίζεται από τον ποταμό Βρασιάτη, αφού συγκεντρώσει τα νερά της περιοχής. Είναι πραγματικό εντυπωσιακό το φαράγγι αυτό, με τους δεκάδες μικρούς καταρράκτες και τις αναρίθμητες μικρές λίμνες ανάμεσα σε πλατάνια και καρυδιές. Αλλά το εντυπωσιακότερο φυσικό μνημείο είναι ο μεγάλος καταρράκτης που σχηματίζεται σε στένωμα και του οποίου τα νερά πέφτουν από ύψος 30-40 μ. δημιουργώντας μια μικρή λίμνη. Στα τοιχώματα των βράχων κατά μήκος του φαραγγιού σχηματίζονται πολλές σπηλιές.

Αφήνοντας το κεντρικό μονοπάτι οι ορειβάτες κατέβηκαν στην κοίτη του ποταμού. Σε κάποια σημεία η κατάβαση ήταν πολύ απότομη και χρειάστηκε  ιδιαίτερη προσοχή για μεγαλύτερη ασφάλεια.  Φτάνοντας στο ποτάμι ο ήχος του καταρράκτη ακουγόταν  έντονα μέσα από το φαράγγι, ανάμεσα από ένα στένωμα που σχημάτιζαν τα βράχια δεξιά μας. ‘Έγινε μια πρώτη προσπάθεια από την απέναντι πλευρά για προσέγγιση,  αλλά ο δρόμος ήταν φραγμένος από βάτα και ήταν αδύνατο να περάσουν. Τελικά ανοίγοντας ένα μικρό πέρασμα ανάμεσα από τα βάτα και βάζοντας πέτρες, για να περάσουν το ποταμάκι προχώρησαν σιγά –σιγά  στο στένεμα του φαραγγιού καμιά πενηνταριά μέτρα και ξαφνικά αντίκρισαν τον πανέμορφο καταρράκτη, να πέφτει με ορμή από μεγάλο ύψος και να σχηματίζει πέφτοντας μια μικρή λιμνούλα. Έβγαλαν φωτογραφίες και αποχαιρετώντας το φανταστικό αυτό θέαμα ξεκίνησαν το ανέβασμα στο κυρίως μονοπάτι που τους  έφερε μετά από αρκετή ώρα ,στο πανηγύρι του χωριού, όπου βρισκόταν και η υπόλοιπη παρέα μας.

Πλησιάζοντας στο χωριό συνάντησαν τα κτήματα με τις κερασιές  και, καθώς ήταν πλυμένα από τη βροχή, τα ... τίμησαν δεόντως και  ύστερα έφτασαν στην πλατεία του χωριού.

 Το πανηγύρι είχε ξεκινήσει από το πρωί στο χωριό, στην πλατεία τα τραπέζια ήταν στρωμένα και οι φίλοι μας τουρίστες ήταν ήδη εκεί. Στους επισκέπτες προσφέρονταν λίγα κεράσια σε ποτηράκι και κερασόπιτα, κέρασμα του Εξωραϊστικού και Πολιτιστικού Συλλόγου Πλατάνου και για όποιον ήθελε να γευματίσει σερβιριζόταν σε μια συμβολική τιμή, τραχανάς μαζί με το παραδοσιακό χοιρινό καλαμάκι, τη σαλάτα, το τυρί και τα σκαστά τοπικά μακαρόνια. Οι ταβέρνες του χωριού ήταν γεμάτες και τα τραπεζάκια  έξω ήταν όλα γεμάτα με κόσμο. Με το κρασάκι ζεσταθήκαμε και εσωτερικά, άναψε το κέφι και στήσαμε τον χορό με τη μουσική που ακουγόταν από τα μεγάφωνα.

Αρκετοί έκαναν βόλτες αναζητώντας  τα αξιοθέατα του χωριού αυτού που “κοσμεί” μαζί με άλλα χωριά, όπως ο Πραστός και η Καστάνιτσα, τον βορειοανατολικό Πάρνωνα, τον Μαλεβό, με την εξαιρετικά πλούσια φύση του. 

Επισκεφθήκαμε τον ναό της πολιούχου Αγ. Άννας, χτισμένο το 1835 στη θέση παλιότερου ναού, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, που βρίσκεται πάνω από την είσοδο. Αξιόλογο το τέμπλο και οι εικόνες του ναού.

Βρεθήκαμε στον Μπαρκαίικο νερόμυλο, τον μόνο που λειτουργεί ακόμη και σήμερα, ενώ κάποτε στο χωριό υπήρχαν 4 συνολικά για την άλεση του καλαμποκάλευρου ή του σιτάλευρου, που έφερναν εδώ κι οι κάτοικοι των γύρω χωριών.

Γι΄αυτό τον λόγο εξάλλου είχε χτιστεί το πέτρινο μονότοξο γεφύρι πάνω από τον Βρασιάτη, λίγο πιο κάτω από τον δεύτερο και χαμηλότερο χώρο στάθμευσης. Χρονολογείται πριν το 1826 σίγουρα, μια και γίνεται αναφορά σε αυτό σε έγγραφα σχετικά με τον παπά Τζανή, στα χρόνια του οποίου κατασκευάστηκε.

Φωτογραφηθήκαμε εδώ, πάνω και κάτω από το γεφύρι, που τελευταία φορά συντηρήθηκε στα 1936, περάσαμε πάνω από ποταμάκια, δίπλα από καταρρακτάκια και ανηφορίσαμε πίσω στο χωριό, όπου ήδη είχαν αρχίσει να καταφθάνουν και οι τελευταίοι πεζοπόροι κατευχαριστημένοι από τη διαδρομή που έκαναν.

Γύρω στις 5 το απόγευμα, αφού όλοι μας ξεκουραστήκαμε, γευματίσαμε και χορέψαμε λίγο πήραμε τον δρόμο του γυρισμού.

Στον δρόμο μας πριν το Παράλιο Άστρος στρίψαμε δεξιά, για να επισκεφτούμε τη Μονή Παλαιοπαναγιάς, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου .  Το καθολικό είναι σταυρεπίστεγος τετρακιόνιος και έχει κτιστεί το 1814. Η πρώτη ιστορική μνεία γίνεται το 1612, ενώ άλλοι αναφέρουν το 1310. Η μονή αυτή είχε ερημωθεί κατά τα προεπαναστατικά χρόνια, πιθανόν τη δεκαετία 1770-1778 και αργότερα ανακαινίστηκε εκ βάθρων. Το 1991 η Μονή από ανδρώα μετατράπηκε σε γυναικεία και παράλληλα άρχισε και η ανακαίνισή της, η οποία συνεχίζεται με τη διαμόρφωση των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων.

 Τώρα πια υπάρχουν και κελιά, όπου μπορούν να φιλοξενηθούν πιστοί, τραπεζαρία και ένας μοναδικός περιβάλλον χώρος γεμάτος με όλων των ειδών λουλούδια  και κυρίως τριανταφυλλιές, που αυτόν τον καιρό ήταν όλες ολάνθιστες. Στο μοναστήρι μείναμε για ένα ημίωρο περίπου, στη διάρκεια του οποίου ακούσαμε σύντομη ξενάγηση από μοναχή, μπήκαμε στο εσωτερικό του καθολικού και δεχτήκαμε το παραδοσιακό κέρασμα, νεράκι δροσερό και λουκουμάκι.

Αφήνοντας το μοναστήρι και κατεβαίνοντας προς τη θάλασσα βλέπαμε μακριά στον ορίζοντα και το Παράλιο Άστρος, στο “Νησί”, τη χερσόνησο, πάνω στην οποία είναι χτισμένο. Το κάστρο του Γουλιέλμου Βιλεαρδουίνου, του 13ου αι., ξεχώριζε αυτήν την ώρα της μέρας ακόμη καθαρότερα στην κορυφή της χερσονήσου με το σχήμα του αστεριού, το οποίο έδωσε και το όνομα στην πόλη.

Το Άστρος που παλιά λεγόταν τα  “Αγιαννίτικα καλύβια ”, μια και εκεί κατέβηκαν μετά τις επιδρομές του Ιμπραήμ οι κάτοικοι αυτού του χωριού, είναι συνδεδεμένο στο μυαλό μας με τη Β΄ Εθνοσυνέλευση, τον Μάρτιο του 1823, στο αγροκήπιο της ονομαστής Σχολής Κορυτσιώτη.

 Επιστρέψαμε από τον παραλιακό δρόμο περνώντας μέσα από το μεσόγειο Άστρος, το Κιβέρι, το Άργος και, αφού κάναμε μια στάση στο Σπαθοβούνι πάλι, βρεθήκαμε στη Νίκαια γύρω στις 9 το βράδυ, ευχαριστημένοι πρώτα και γεμάτοι από τις όμορφες ανοιξιάτικες εικόνες που βάλαμε στα σακίδιά μας...  και ευχόμενοι, τέλος, να πιάσουν οι ευχές που μας έδωσε ο Πλάτανος με την επιγραφή της υποδοχής του επισκέπτη “ Σαν του Πλατάνου το νερό δε θα βρεις σ΄άλλα μέρη. Με μια γουλιά δε θες γιατρό, με δύο βρίσκεις ταίρι”...