Το Σάββατο 12 Δεκεμβρίου ξεκινήσαμε από τη Νίκαια στις 7:30 και, μετά την παραλαβή αρκετών φίλων από το μετρό του Αιγάλεω στις 7:45 αλλά και από άλλα σημεία, το πούλμαν εντελώς γεμάτο κατευθύνθηκε προς το Αρτεμίσιο, όπου έγινε μια ημίωρη στάση για ξεκούραση και … ανεφοδιασμό. Βασικός στόχος του διημέρου η πόλη του ελαιολάδου, του σύκου, του μαντηλιού, της Επανάστασης και … του χορού, μια και εδώ διοργανώνεται το Διεθνές Φεστιβάλ Χορού, η όμορφη Καλαμάτα. Κατά τις 11 η ώρα βρισκόμαστε στο ιστορικό κέντρο της Καλαμάτας και συγκεκριμένα στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο, όπου ξεναγηθήκαμε στους 2 ορόφους του αρχοντικού Κυριακού, ενός παραδοσιακού κτηρίου των αρχών του 19ου αι. Στο ισόγειο τα εκθέματα ενημερώνουν τον επισκέπτη για την καθημερινή ζωή της Καλαμάτας στο παρελθόν, την υφαντική τέχνη, την αγγειοπλαστική και όλα τα αστικά επαγγέλματα, κατά την προβιομηχανική εποχή. Στον επόμενο όροφο βλέπει κανείς εκθέματα που αφορούν την τυπογραφία και τη βιβλιοδεσία, μια και εδώ λειτούργησε το πρώτο τυπογραφείο της απελευθερωμένης Ελλάδας, στο οποίο τυπώθηκε η Προκήρυξη των Επαναστατημένων Ελλήνων προς τις Ευρωπαϊκές αυλές. Στον ίδιο όροφο υπάρχουν αρκετές παραδοσιακές στολές και είδη εκκλησιαστικές και βυζαντινής τέχνης. Υπάρχει επίσης αρκετό ιστορικό υλικό σχετικά με την Επανάσταση του 1821.  

Φεύγοντας εντυπωσιασμένοι από το Μουσείο, ανηφορίσαμε στο χαμηλό βραχώδη  λόφο πάνω από τον ποταμό Νέδοντα, προς το Βυζαντινό και φράγκικο, κυρίως, Κάστρο του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου. Βέβαια εντοπίσαμε και αρχαίους λίθους περνώντας από τον εξωτερικό περίβολο με το ανάγλυφο του Αγ.Μάρκου στον εσωτερικό, δίπλα στη 2η πύλη. Η θέα από εκεί ψηλά πανοραμική προς τη θάλασσα και τον κάμπο, ιδίως από το πλάτωμα όπου έχει κατασκευαστεί ένα μικρό θέατρο για τις καλοκαιρινές παραστάσεις! Στο υψηλότερο επίπεδο του κάστρου μπορεί να δει κανείς έναν πύργο - καταφύγιο με θολοσκέπαστη δεξαμενή, όπου έχουν εντοπιστεί και λείψανα ναού.

Κατεβαίνοντας από το λόφο περάσαμε από το Αλεξανδράκειο Γηροκομείο, κτίσμα του τέλους του 19ου αι., και επισκεφθήκαμε έπειτα  τη μητρόπολη της Υπαπαντής, ναό που εγκαινιάστηκε το 1873, πολύ κοντά στον παλαιότερο, από τον οποίο παραμένει μόνο η Αγ. Τράπεζα με έναν πέτρινο σταυρό επάνω, στα Ν.Α. του μητροπολιτικού ναού. Εδώ φυλάσσεται η ομώνυμη εικόνα της Παναγίας Υπαπαντής, πολιούχου της Καλαμάτας, η οποία εορτάζεται στις 2 Φεβρουαρίου. Πολύ κοντά στην Υπαπαντή βρίσκεται το Δημοτικό Ωδείο, παραδοσιακό κτήριο του 19ου αι., και η ονομαστή Μονή Καλογραιών, χτισμένη πάνω σε ερείπια αρχαιότερου ναού του 13ου αι., γυναικείο μοναστήρι φημισμένο για τα μεταξωτά υφαντά των μοναχών με αργαλειό. Επισκεφθήκαμε τους 2 ναούς της μονής, την αίθουσα με τους αργαλειούς και γευτήκαμε τα νόστιμα πορτοκάλια της αυλής ( με την άδεια των μοναχών, φυσικά! ).  Κάναμε και τα ψώνια μας στο μικρό εκθετήριο.

Στα νότια της πλατείας Υπαπαντής του Σωτήρος βρίσκονται τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, που στεγάζονται σε ένα νεοκλασικό διώροφο κεραμοσκεπές κτίσμα της περιόδου 1890-1910, με εντυπωσιακούς εξώστες, και το Στρατιωτικό Μουσείο, σε νεοκλασικό κτήριο κι αυτό ακριβώς από κάτω από την πλατεία. Φιλοξενεί την ιστορία της Επανάστασης του 1821, του Μακεδονικού Αγώνα, των Βαλκανικών πολέμων, των 2 Παγκοσμίων Πολέμων και της Εθνικής Αντίστασης. Ένα μεγάλο τμήμα της έκθεσης  είναι αφιερωμένο στη Μικρασιατική Καταστροφή . Δίπλα του βρίσκεται ο δίδυμος ναός του Αγ.Νικολάου Φραγκολίμνης και Αγ. Αθανασίου Τζάνε, σε μικρή απόσταση από το ναό του Αγ.Νικολάου Εφεσίου.

Μπήκαμε στο πούλμαν τη συμφωνημένη ώρα και πήγαμε στο ξενοδοχείο μας, που φέρει το όνομα της αρχαίας πόλης, « Φαραί», στην παραλία της Καλαμάτας. Πήραμε τα δωμάτιά μας και κατεβήκαμε για το μεσημεριανό γεύμα. Απέναντι ακριβώς από το ξενοδοχείο, επί της παραλιακής λεωφόρου Ναυαρίνου, βρίσκεται το Δημοτικό Εικαστικό Σχολείο, ένα διώροφο κτίσμα της δεκαετίας του 1900, με ένα πολύχρωμο και εντυπωσιακό πανό-πάτσγουορκ κρεμασμένο στην μπροστινή πλευρά του. Λίγο πιο πέρα 2 ακόμα νεοκλασικά κοσμούν την παραλία. Από το μπαλκόνι μας είχαμε μια υπέροχη θέα προς το λιμάνι της πόλης, όλο τον παραλιακό δρόμο με τα πολλά έξοχα νεοκλασικά, τα όμορφα σημεία για βόλτα, ποδηλατάδα, τα μεγάλα πεζοδρόμια με τους φοίνικες  και φυσικά προς την παραλία, η οποία, ομολογουμένως, αποτελούσε πρόκληση για κάποιους χειμερινούς κολυμβητές-φίλους του « Φυσιολάτρη». Και πέρα στο βάθος, στα νοτιοανατολικά οι 3 οικισμοί της Βέργας, που σφύζουν από ζωή και κίνηση κυρίως το καλοκαίρι.

Μετά από λίγη ξεκούραση ξεκινήσαμε την απογευματινή μας βόλτα μπαίνοντας στο πούλμαν, το οποίο μας έφερε πάλι στο ιστορικό κέντρο της πόλης, για να επισκεφθούμε  πρώτα το Μπενάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο. Στεγάζεται στο όμορφο νεοκλασικό κτίσμα της παλιάς Δημοτικής Αγοράς και η έκθεση των ευρημάτων του νομού Μεσσηνίας αναπτύσσεται σε γεωγραφικές ενότητες διαχρονικά, δηλαδή από τους Προϊστορικούς χρόνους έως και τη Βυζαντινή εποχή. Είδαμε πολλά μυκηναϊκά και άλλα εκθέματα από την περιοχή της Καλαμάτας, την Πύλο, την Καρδαμύλη, τη Μάλθη και άλλους αρχαιολογικούς χώρους του νομού.  Η συνοικία γύρω από το Μουσείο διατηρεί ακόμα το όνομα «Παπλωματάδικα» και εκεί βρίσκονται τα πολυσύχναστα στέκια της νεολαίας της πόλης.  Μην ξεχνάμε ότι στην Καλαμάτα εδρεύουν ΤΕΙ και Σχολές του Παν/μίου Πελοποννήσου.

Βγαίνοντας από το Μουσείο μπορέσαμε να θαυμάσουμε εξωτερικά μόνο τον ιστορικό βυζαντινό ναό των Αγ. Αποστόλων, γιατί μόλις είχε κλειδώσει ο φύλακας, που γιόρταζε μάλιστα τη μέρα εκείνη. Στο ναό- σύμβολο της πόλης κηρύχθηκε ο πόλεμος για την Ανεξαρτησία και για το λόγο αυτό η πλατεία μπροστά από το εκκλησάκι ονομάζεται «Πλατεία 23ης Μαρτίου». Ο ναός είναι ουσιαστικά διπλός, ο αρχαιότερος του 11-12ου και ο νεότερος του τέλους του 17ου και των αρχών του 18ου αι., όπως μαρτυρούν και οι δύο τρούλοι. Εσωτερικά διατηρούνται ακόμα τοιχογραφίες του 16-17ου αι. Τους τοίχους και τον τρούλο του παλαιότερου ναού « ζεσταίνουν» εξωτερικά όμορφα κεραμοπλαστικά κοσμήματα. Στο κέντρο της πλατείας δεσπόζει το Ηρώον, αφιερωμένο στην Επανάσταση του ΄21. Πήραμε στη συνέχεια την περιώνυμη οδό Αριστομένους που ξεκινάει από την πλατεία 23ης Μαρτίου και διασχίζει την καρδιά της πόλης, φθάνοντας ως κάτω στο Τελωνείο ( την Ντουάνα ), στο λιμάνι. Κατασκευάστηκε το 1871 και κοσμήθηκε με εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής κτίσματα, που συνδυάζουν διάφορα αρχιτεκτονικά στιλ. Περπατήσαμε στον πεζόδρομο αυτόν, τον φωταγωγημένο, με τα ωραία μεγάλα εμπορικά καταστήματα και τις όμορφα διακοσμημένες καφετέριες, και φτάσαμε  στο λιμάνι. Είδαμε στη διαδρομή μας το Δημαρχείο Καλαμάτας, νεοκλασικό αρχοντικό του Καλαματιανού μεγαλέμπορου Παν. Ψάλτη. Πιο κάτω το κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδος, η Πανταζοπούλειος Λαϊκή Σχολή, το Δημοτικό Πνευματικό Κέντρο, όπου συστεγάζονται η Πινακοθήκη Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης και η Λαϊκή Βιβλιοθήκη Καλαμάτας, σε κτήριο του 1910-11 που εντυπωσιάζει με τα συμμετρικά ανοίγματα, το στηθαίο και τα αγάλματα. Όλα νεοκλασικά και ωραία φωταγωγημένα κτήρια δίνουν μια εικόνα μαγευτική ιδιαίτερα τις γιορτινές μέρες που διανύουμε. Εντοπίσαμε και το χώρο του ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας σε κάποιο σύγχρονο κτίσμα, στην οδό Δημοσθένους, κάθετη στην Αριστομένους, όπου παιζόταν το έργο του Στέφαν Τσβάιχ «Ο φόβος», που λίγοι φίλοι μας παρακολούθησαν. Και δεν είναι η μόνη σκηνή που υπάρχει στην πόλη. Παιζόταν επιπλέον «Η τρελή του Σαγιό» σε άλλη αίθουσα και ανακαλύψαμε επίσης και ερασιτεχνική σκηνή κατηφορίζοντας, στο χώρου του υπαίθριου Μουσείου Σιδηροδρόμων.

Στην κεντρική πλατεία της Καλαμάτας, την πλατεία Βασιλέως Γεωργίου, στο μέσο ακριβώς, βλέπει κανείς τη σύνθεση « Ελευθερία», με τους ήρωες της ελληνικής Επανάστασης Παπαφλέσσα, Κολοκοτρώνη και Μαυρομιχάλη. Εδώ ορθωνόταν και το πανύψηλο χριστουγεννιάτικο δέντρο και έχουν στηθεί για τις γιορτές περίπτερα με χριστουγεννιάτικα στολίδια και εδέσματα κι ένα μικρό λουνα- παρκ.

Όταν μπήκαμε, σε 5΄απόσταση από την κεντρική πλατεία, μέσα στο Δημοτικό Πάρκο του ΟΣΕ, το μοναδικό στο είδος του υπαίθριο μουσείο στην Ελλάδα, που λειτουργεί από το 1986, μείναμε έκθαμβοι από τα εκθέματα, ντηζελάμαξες, ατμάμαξες, 3 επιβατηγά οχήματα του 1885, ένα χειροκίνητο γερανό του 1890, έναν υδατόπυργο, τιμονιέρες, μεταλλική πεζογέφυρα, την προβολή τους και το νυχτερινό φωτισμό και το διώροφο κτήριο του ανακαινισμένου σταθμού « Καλαμάτα-Λιμήν». Στα 54 στρέμματα που κατέχει το Μουσείο Σιδηροδρόμων υπάρχουν επίσης χώροι άθλησης, παιδική χαρά, ενώ τα βαγόνια χρησιμοποιούνται για διάφορες εκδηλώσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα.

Μετά από αρκετή ώρα πεζοπορίας καταλήξαμε στην πλατεία Τελωνείου, στην οποία δεσπόζει το ομώνυμο κτίσμα, ένα συγκρότημα κτηρίων με νεοκλασικά στοιχεία. Φανταστήκαμε το λιμάνι στον καιρό της δόξας του, στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αι., τότε που η Καλαμάτα δίκαια χαρακτηριζόταν ως η Μασσαλία του Μωριά, εποχή που διαμορφώθηκε ισχυρή αστική τάξη, η οποία έχτισε όλα αυτά τα κτήρια που θαυμάζουμε σήμερα στην πόλη. Ακριβώς στα δυτικά της πλατείας Τελωνείου βλέπεις το τεράστιο οικοδόμημα του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού, απόδειξη κι αυτό της οικονομικής δύναμης της πόλης, πριν από το 1920. Κοντά και ο ναός της Αναλήψεως και η μαρίνα με τα πολυτελή κότερα και τα πιο in  σημεία της πόλης.

Δειπνήσαμε σε κάποια παραλιακά μαγαζάκια και επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας από την παραλιακή, όπου εντοπίσαμε, ανάμεσα σε πολλά άλλα κι ένα νεοκλασικό στολίδι – δημιουργία του Τσίλλερ, όπως μαρτυρεί σχετική εντοιχισμένη επιγραφή, με ωραία βεράντα, που θυμίζει την οικία του Σλίμαν στην Αθήνα ( Νομισματικό Μουσείο σήμερα ). Ξεκούραστοι το επόμενο πρωί, μετά το πρωινό μας, ξεκινήσαμε κατά τις 8 για την περιοχή της Καρδαμύλης. Στο παραδοσιακό χωριό Τσέρια αφήσαμε τους 30 πεζοπόρους μας, για να ξεκινήσουν τη διάσχιση του φαραγγιού του Βυρού. Μέχρι να καταφέρει το πούλμαν να απεγκλωβιστεί, αρκετοί από τους τουρίστες ανηφόρισαν ως την πλατεία και επισκέφθηκαν τις δυο εκκλησίες του Ταξιάρχη και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Το φαράγγι έχει συνολικό μήκος 10 χλμ. και βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Ταΰγετου, στη μεσσηνιακή Μάνη. Η άγρια ομορφιά του θυμίζει το φαράγγι της Σαμαριάς. Πιστεύεται ότι κατά την αρχαιότητα από αυτό διερχόταν η Βασιλική οδός, η οποία ένωνε την αρχαία Σπάρτη με το λιμάνι της Καρδαμύλης. Στο Μεσαίωνα οι κάτοικοι της περιοχής δημιούργησαν σε σπηλιές ή απόκρημνα σημεία του φαραγγιού ειδικά πέτρινα παρατηρητήρια, τις βίγλες, τα οποία είχαν ως βασικό σκοπό την προστασία τους από τις πειρατικές επιδρομές. Χρησιμοποιήθηκαν και από τους Τούρκους και από τους Γερμανούς αργότερα. Σήμερα ο επισκέπτης του φαραγγιού βλέπει απομεινάρια από τη Βασιλική οδό αλλά και από τα λίθινα παρατηρητήρια. Ακόμα υπάρχουν αρκετές  μονές, μονή Μεταμόρφωσης του Σωτήρα του 1681, μονή Λυκάκη του 1720 και ψηλότερα η μονή της Αγίας Σοφίας με την πολύ παλαιά  εκκλησία του 1604..Από τη χρήση της κοίτης του ποταμού πιθανολογείται ότι πήρε το όνομά του το φαράγγι ( Βασιλική υδάτινη οδός-βασιλική υδροδός-Βυρός ). Οι υπόλοιποι κατευθυνθήκαμε προς την Καρδαμύλη, το πιο αξιόλογο χωριό της Έξω Μάνης, που πήρε το όνομά του από τα πολλά κάρδαμα. Μπροστά στην πόλη μια μικρή χερσόνησος ανάμεσα σε δυο πεντακάθαρα ακρογιάλια και απέναντι ένα νησάκι, η Μερόπη, με ερείπια ενετικών τειχών και μία μονόκλιτη βασιλική αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η Καρδαμύλη διατηρήθηκε ως μικρή ή μεγάλη πόλη με το πανάρχαιο όνομά της εδώ και 3250 περίπου χρόνια. Ίχνη της αρχαίας ακρόπολης μπορεί να δει κανείς στο βραχώδη λόφο ψηλότερα εκεί όπου ανυψώθηκε και το μεσαιωνικό κάστρο αργότερα. Πρόσφυγες από το Μυστρά κατέφυγαν και εγκαταστάθηκαν στην Καρδαμύλη μετά το 1460 και, επειδή αναγκάστηκαν να ζήσουν σε σπηλιές, ονομάστηκαν Τρουπάκηδες, από την τοπική λέξη τρούπα ( τρύπα ). Η οικογένεια Τρουπάκη έγινε μια από τις ισχυρότερες και κυρίαρχες οικογένειες στη Μεσσηνιακή Μάνη. Ως  γενάρχης τους θεωρείται ο Μιχαήλ Παλαιολόγος.

Τον Πύργο της οικογένειας αυτής, ψηλά στην Παλιά Καρδαμύλη, επισκεφθήκαμε και ξεναγηθήκαμε από τον κ. Δημήτριο Φαληρέα, σκηνοθέτη, ο οποίος μας αφηγήθηκε την ιστορία των Μούρτζινων ή Τρουπάκηδων με πολύ γλαφυρό τρόπο και καθαρό λόγο. Μετά την ξενάγηση περιηγηθήκαμε στο οχυρό συγκρότημα με τους 3 περιβόλους. Ανεβήκαμε στους κοιτώνες της οικογένειας, στο ελαιοτριβείο, στον 3ώροφο πύργο του 1807, τον πλήρως ανακαινισμένο πλέον, στο σιδηρουργείο, περάσαμε από το λαχανόκηπο και παρατηρήσαμε εξωτερικά το μεταβυζαντινό ναό του Αγ. Σπυρίδωνα, με τον εντυπωσιακό τρούλο και το επιβλητικό κωδωνοστάσιο επτανησιακής τέχνης, ενώ στην είσοδο εντυπωσιάζει ο ανάγλυφος δικέφαλος αετός, βυζαντινό έμβλημα. Το Μουσείο του οχυρού συγκροτήματος των Τρουπάκηδων-Μούρτζινων αποτελεί το πρώτο μουσείο-ενημερωτικό σταθμό που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή της Μάνης στα πλαίσια του έργου « Δίκτυο Μουσείων Μάνης». Εντύπωση μας έκαναν πράγματι οι πολλές ενημερωτικές πινακίδες και τα σχέδια που υπήρχαν σε όλους τους επισκέψιμους χώρους του συγκροτήματος. Φύγαμε για τα σπήλαια Διρού στη συνέχεια , περνώντας από την Αρεόπολη. Είναι από τα ωραιότερα σπήλαια στην Ελλάδα αλλά και στον κόσμο. Ονομάστηκαν έτσι ( Γλυφάδα ή Βλυχάδα ) από το υφάρμυρο νερό που χύνεται στη θάλασσα λίγα μέτρα από τη φυσική του είσοδο. Πολλοί το αποκαλούν Παρθενώνα των σπηλαίων. Παρόλο που ήδη από το 1949 άρχισε να γίνεται συστηματική εξερεύνησή του, μόλις από τη δεκαετία του 1960 ξεκίνησε η τουριστική αξιοποίησή του.

Φορέσαμε σωσίβια, μπήκαμε σε 3 βάρκες και με τη συνοδεία των βαρκάρηδων  - ξεναγών μας διανύσαμε πρώτα 1200 μέτρα στο νερό, περνώντας δίπλα από πολύχρωμους σταλακτίτες και σταλαγμίτες, στους οποίους μάλιστα έχουν δοθεί και ποιητικές σχεδόν ονομασίες, όπως Θάλασσα των ναυαγίων, Αίθουσα του μεγάλου ωκεανού, Καθεδρικός ναός, Ωραία Πύλη κ.ά. Σημειωτέον ότι το βάθος του νερού φτάνει σε κάποια σημεία τα 30 μ.! Αφού βγήκαμε από τις βάρκες, περπατήσαμε άλλα 200 μ. ως την έξοδο, βλέποντας και τους κόκκινους, λόγω των οξειδίων του σιδήρου, σταλακτίτες. Συμπληρώσαμε έτσι ¾ της ώρας μέσα στο σπήλαιο.

Βγαίνοντας, φωτογραφηθήκαμε και μπροστά στο μνημείο της Μανιάτισσας μάνας με το δρεπάνι στο χέρι, μπήκαμε στο πούλμαν και φύγαμε για Αρεόπολη. Παραμείναμε εκεί γύρω στα τρία τέταρτα για να τσιμπήσουμε κάτι, για τουαλέτα και φυσικά περιήγηση στο ιστορικό και παραδοσιακό χωριό της Ανατολικής Μάνης, την πατρίδα των Μαυρομιχαλαίων. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας λεγόταν Τσ(ζ)ίμοβα, που θα πει στη σλαβική γλώσσα « πόλη του διαβόλου » ή « μικρός κάμπος ».Εδώ υψώθηκε η σημαία της Επανάστασης στις 17 Μαρτίου 1821, η οποία μάλιστα εκτίθεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο σήμερα. Περπατήσαμε ως την ομώνυμη πλατεία με το σχετικό μνημείο, στα πλακόστρωτα στενάκια, περάσαμε από τη μητρόπολη των Ταξιαρχών με το εντυπωσιακό πολυώροφο καμπαναριό ( μέσα δεν μπορέσαμε να μπούμε, γιατί ήταν κλειστή ), μπήκαμε και σε δυο –τρεις μικρές λιτές εκκλησιές αλλά με εξαιρετικές τοιχογραφίες 18ου αι. και φωνίσαμε κουλούρια, μελομακάρονα, λαλαγγίτες και άλλες λιχουδιές από το φούρνο της κυρα-Μηλιάς. Φύγαμε, αφού βγάλαμε μερικές τελευταίες φωτογραφίες στο μνημείο των Μαυρομιχαλαίων στην πλατεία Αθανάτων, με τον Άγ.Αθανάσιο κοντά.

Επιστρέψαμε από τον ίδιο δρόμο βλέποντας τώρα με το φως του απογεύματος το Οίτυλο, το Λιμένι, επίνειο της Αρεόπολης , με τον πύργο των Μαυρομιχάληδων, τα Ρίγκλια, το Νομιτσί, τη Λαγκάδα, την Πλάτσα, χωριά που είχαν να μας δείξουν μικρές και χαριτωμένες, βυζαντινές και μεταβυζαντινές, εκκλησιές, ακόμα και πάνω στον οδικό άξονα, όπως συμβαίνει με τις 3 πολύ κοντινές εκκλησούλες στο Νομιτσί. Όταν πια φάνηκε και η μικρή Μερόπη ξέραμε ότι ήμαστε πολύ κοντά στον προορισμό μας και … στους υπόλοιπους φίλους μας. Μας περίμεναν ήδη οι πεζοπόροι και οι ορειβάτες μας στην Καρδαμύλη, όπου είχαν ήδη γευματίσει, όσοι ήθελαν, κοντά στο μικρό παρκάκι με κάποια περίεργα γλυπτά και την προτομή του Παναγιώτη Μούρτζινου, μαζί με κάποιες άλλες ακόμα, ενώ ο ήλιος που έδυε εκείνη την ώρα χρωμάτιζε με ένα εξαιρετικό χρώμα τα σπίτια ψηλά ως το λόφο της Παλιάς πόλης και της αρχαία ακρόπολη.

Άλλαξαν ρούχα, παπούτσια, επιβιβάστηκαν στο πούλμαν, αφού ανταλλάξαμε πρώτα τις εμπειρίες και τις εντυπώσεις μας, και αναχωρήσαμε για Νίκαια με μια ενδιάμεση στάση στο Σπαθοβούνι για ανεφοδιασμό και άλλες ανάγκες μας.

Ήταν μια υπέροχη πραγματικά εκδρομή, με έναν εξαιρετικό καιρό, σε μια όμορφη μεγαλούπολη πρώτα αλλά και σε μικρότερα χωριά, αλλά και σε ένα μοναδικής ομορφιάς φαράγγι.