Δεν άρκεσαν οι πέντε μόνο ημέρες (στην ουσία τέσσερις, 4-8 Σεπτεμβρίου) για τα δύο όμορφα αυτά νησιά. Την ίδια άποψη, πιστεύω, είχαν και οι 52 φίλοι που συμμετείχαν στην εκδρομή μας, στα ιδιαίτερα και ξεχωριστά, πράγματι, κυκλαδονήσια. Η πρώτη μέρα ουσιαστικά αναλώθηκε στο γαλήνιο  ταξίδι προς τη Μήλο, αφού το πλοίο μας έφυγε από το λιμάνι του Πειραιά στις 15:00 μ.μ. και, αφού σταμάτησε στην Κύθνο, τη Σέριφο και τη Σίφνο, μας έφερε στο « ιερό νησί » γύρω στις 11 παρά κάτι το βράδυ.

Μοιραστήκαμε στα 2 ξενοδοχεία « Κάπταιν Γεωργαντάς » και « Μελτέμι », πήραμε τα δωμάτιά μας και, όσοι θέλαμε, βγήκαμε για μια μικρή βραδινή βόλτα-ανίχνευση του Αδάμαντα, που θα μας φιλοξενούσε τις επόμενες μέρες.

Κατά τις 9:15 το πρωί του Σαββάτου, μετά το πλούσιο και παραδοσιακό όντως πρωινό μας ξεκινήσαμε όλοι μαζί με τα πόδια για το Μεταλλευτικό Μουσείο, όπου, αφού ξεναγηθήκαμε πρώτα γενικά, επισκεφθήκαμε το ισόγειο με τις αναπαραστάσεις, τα όργανα και τα εργαλεία που αφορούν τις μεταλλευτικές δραστηριότητες του νησιού τα τελευταία 150 χρόνια. Μετά την παρακολούθηση και του συγκινητικού ντοκιμαντέρ στην αίθουσα προβολών στο υπόγειο, με μαρτυρίες εργατών και εργατριών στα ορυχεία, ανεβήκαμε στον πρώτο όροφο, όπου παρουσιάζεται ο ορυκτός πλούτος με φωτογραφίες και διάφορα ορυκτά σε προθήκες. Από το μικρό αλλά εξαιρετικό πωλητήριο αγοράσαμε μικρά ενθύμια, ευχαριστήσαμε τον πρόθυμο ξεναγό μας και επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν, που μας περίμενε απ΄έξω.

Σειρά είχαν οι περίφημες και μοναδικές για τον ελλαδικό χώρο Κατακόμβες στο χωριό Τρυπητή. Αποτελούν το αρχαιότερο μνημείο της χριστιανοσύνης και μαζί με τις κατακόμβες της Ρώμης και των Αγίων Τόπων είναι από τα πιο γνωστά και αξιόλογα μνημεία παγκοσμίως. Γι΄αυτό το λόγο εξάλλου η Μήλος έχει χαρακτηριστεί « ιερό νησί ». Μπήκαμε μέσα, σε ομάδες των 10-12 ατόμων, και πραγματικά μείναμε έκπληκτοι βλέποντας,  στις λίγες επισκέψιμες στοές,  τους τάφους μέσα σε κόγχες λαξευμένες στο μαλακό βράχο, τα λεγόμενα αρκοσόλια, τα περισσότερα από τα οποία διασώζουν τα χρώματα της διακόσμησης τους. Στη μια πλευρά της κατακόμβης των «Πρεσβυτέρων» εντύπωση μας έκαναν ο μοναδικός 2ώροφος τάφος καθώς και τα σπαράγματα της πιο σημαντικής επιγραφής γραμμένης με κόκκινα γράμματα σε ορθογώνιο πλαίσιο.  Υποβλητική η ατμόσφαιρα μέσα στις μισοφωτισμένες στοές, και τα λόγια της φύλακα-ξεναγού μας μετέφεραν στα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια, τα πολύ δύσκολα ακόμα για τους χριστιανούς. Ανηφορίσαμε με τα πόδια ως τον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας πόλης του Κλήματος, όπου μπορεί κανείς να δει απομεινάρια του αρχαίου τείχους, χτισμένου με ηφαιστειακό υλικό του νησιού, της αρχαίας Αγοράς, ναού και γυμνασίου, ένα παλαιοχριστιανικό βαπτιστήριο σε σχήμα σταυρού, αλλά κυρίως να θαυμάσει σε μια κατωφέρεια το ελληνιστικό-ρωμαϊκό θέατρο. Κάποτε χωρούσε 7.000 θεατές, που απολάμβαναν μάλιστα μια υπέροχη θέα προς το πρώτο λιμάνι του νησιού στην αρχαιότητα, στο σημερινό Κλήμα. Σήμερα στο θέατρο αυτό βλέπει κανείς μερικές κερκίδες, κάποιες σειρές καθισμάτων (εδωλίων) στο κοίλο, την ορχήστρα και το δάπεδο της σκηνής. Στα ρωμαϊκά χρόνια λειτούργησε και ως αρένα. Το θέατρο αγοράστηκε και καθαρίστηκε με εντολή του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου και δόθηκε ως δώρο στο γιο του Όθωνα, όταν έγινε βασιλιάς της Ελλάδας. Διαθέτει πολύ καλή ακουστική και αυτό το διάστημα είναι κλειστό λόγω επισκευών. Φεύγοντας από το χώρο της δεύτερης μεγάλης πόλης του νησιού κατά την αρχαιότητα, μετά τη Φυλακωπή, εντοπίσαμε και το σημείο όπου ο χωρικός Γιώργος Κεντρωτάς ανακάλυψε το περίφημο 2μετρο άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου, τον Απρίλιο του 1820.  Με την προτροπή του Γάλλου αξιωματικού Ολιβιέ Βουτιέ, ο Γάλλος πρόξενος στη Μήλο φρόντισε ώστε σε ένα μήνα από την ανακάλυψή του το άγαλμα να μεταφερθεί στη Γαλλία, μετά από περιπέτειες βέβαια, που το οδήγησαν ως τη Μολδαβία, μια και υπήρξαν και άλλοι διεκδικητές. Σήμερα κοσμεί το Μουσείο του Λούβρου και εξακολουθεί να συγκινεί πλήθος επισκεπτών, παρά το μυστήριο των απολεσθέντων χεριών της θεάς …

Ανεβήκαμε στο πούλμαν και, αφού περάσαμε από το χωριό Τριοβάσαλος μπήκαμε στην Πλάκα, την πρωτεύουσα του νησιού, στην αρχή της οποίας βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο. Στεγάζεται σε ένα μικρό και χαριτωμένο νεοκλασικό κτίριο με μια μεγάλη πλατεία μπροστά του. Στο μαγαζάκι με τις πολύχρωμες καρέκλες και την περίεργα ζωγραφισμένη πρόσοψη κάθισαν κάποιοι φίλοι, για να ξεκουραστούν και να πιουν κάτι δροσιστικό, ενώ οι περισσότεροι μπήκαμε στο Μουσείο, στην πρώτη αίθουσα του οποίου δεσπόζει το πιστό αντίγραφο της Αφροδίτης που μας δώρισαν οι Γάλλοι. Εδώ εκτίθεται, μαζί με προϊόντα οψιδιανού από τα Νύχια και το Δεμενεγάκι ( νότια του Αδάμαντα ), ένας ταφικός πίθος του 6ου αι.π.Χ. Στη 2η αίθουσα ανάμεσα στα προϊστορικά αγγεία, ειδώλια και άλλα αντικείμενα ξεχωριστή θέση καταλαμβάνει η διάσημη πήλινη « Κυρά της Φυλακωπής », (2300-1400 π.Χ ) Στις άλλες 2 αίθουσες είδαμε διάφορα εκθέματα από τη γεωμετρική, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή, μεταξύ των οποίων ιδιαίτερη θέση κατέχουν το ερμαϊκό άγαλμα του Μάριου Τρόφιμου, αναθηματικά και πλάκες με το (δωρικό) μηλιακό αλφάβητο, που αποτελούνταν από 21 γράμματα. 

Εξαντλημένοι κάπως από την πολλή ζέστη κατεβήκαμε στον Αδάμαντα, όπου είχαμε χρόνο για μπάνιο, φαγητό και ξεκούραση ως τις 16:30 το απόγευμα. Κατευθυνθήκαμε με το πούλμαν προς τα νότια του νησιού και την παραλία Κήπος, περνώντας από την Αχιβαδολίμνη, τη μεγάλη και ονομαστή παραλία. Στον Κήπο γύρω στα 40 άτομα πήραμε το καραβάκι για το περίφημο Κλέφτικο. Στην παραλία Προβατάς θα έκαναν το μπάνιο τους όσοι δεν επέλεξαν την κρουαζιέρα, αφού ο Κήπος δεν προσφερόταν λόγω σχετικά δύσκολης πρόσβασης. Μοναδική η εμπειρία της μικρής αυτής κρουαζιέρας που σου δίνει την ευκαιρία να θαυμάσεις από αρκετά κοντά τα πετρώματα- «κόσμημα»  των ακτών της Μήλου, μοναδικό και απολαυστικό το πρώτο μπάνιο στην παραλία του Γέροντα. Και το 2ο μπάνιο ακόμα καλύτερο και μαγευτικότερο, αφού οι κολυμβητές περνούσαν κάτω από τις «καμάρες» που σχηματίζουν μεγάλοι λευκοί βράχοι στο Κλέφτικο. Ανεβαίνοντας στο καραβάκι μας περίμενε και το παραδοσιακό κέρασμα με καρπουζόπιτα και ψωμάκια με ντόπιο πελτέ. Από πάνω ένα ζευγάρι γεράκια-μαυροπετρίτες μας έκαναν παρέα εκδηλώνοντας, λες, κι αυτοί τη χαρά τους…

Επιστρέψαμε νύχτα σχεδόν, ευχαριστημένοι, βρήκαμε και τους υπόλοιπους να μας περιμένουν κοντά στο παραλιακό ταβερνάκι του Κήπου και βρεθήκαμε στη « βάση» μας, για φαγητό, βόλτες και ξεκούραση. Σάββατο, και η παραλία του Αδάμαντα, η Λαγκάδα, ήταν γεμάτη φώτα και ζωή, αφού γινόταν ένας γάμος στο ξενοδοχείο που βρίσκεται εκεί. Δίπλα σχεδόν και ο όμορφος εικαστικός χώρος, όπου εκθέτουν αυτόν τον καιρό το έργο τους Μηλιοί φωτογράφοι, στο Γερμανικό καταφύγιο, σκαμμένο από ντόπιους με εντολή των Γερμανών στα χρόνια της Κατοχής. Εντυπωσιακές και πρωτότυπες οι περισσότερες φωτογραφίες τοπίων της Μήλου και ταιριαστές με το χώρο! Κοντά στο Γερμανικό καταφύγιο εντοπίσαμε και τα ιαματικά λουτρά του « Λάκκου », που βρίσκονται μέσα σε ένα σπήλαιο 15 μέτρων και είναι οι μόνες αξιοποιήσιμες ιαματικές πηγές στη Μήλο. Την Κυριακή, μετά το πρωινό μας φύγαμε νωρίς για τα Πολλώνια, απ΄όπου πήραμε το φέρρυ για την Ψάθη, το λιμανάκιτης Κιμώλου. Από εκεί κάποιοι από εμάς έφυγαν για τις  παραλίες Μπονάτσα και Καλαμίτσι με το τοπικό μικρό λεωφορείο, σε 2 δόσεις βέβαια, ενώ άλλοι ανέβηκαν στο Χωριό, με τα πόδια ή το λεωφορείο. Οι πεζοπόροι μας, 10 τον αριθμό, με τη συνοδεία του Φώτη, του Κιμωλιάτη οδηγού, ανηφόρισαν από το παλιό καλντερίμι που ένωνε την Ψάθη με το Χωριό, στο οποίο ξεναγήθηκαν. Πέρασαν από το Ξαπλοβούνι, στην περιοχή του Τσουκαλά, με τους ανεμόμυλους, από τον αμπουρδέκτη (ομβροδέκτη) στου Ξέβρη, και συνέχισαν έπειτα ως το περίφημο πέτρινο μανιτάρι «Σκιάδι», το γεωλογικό μνημείο και « σήμα κατατεθέν» της Κιμώλου. Το Σκιάδι οφείλει τη δημιουργία του  στα διαφορετικά πετρώματα που το αποτελούν και στους ισχυρούς ανέμους, οι οποίοι «τρώνε» την πιο μαλακή βάση, ενώ η πιο σκληρή κορυφή παραμένει άθικτη. Από εκεί κατηφόρισαν προς την περιοχή «Ελληνικά»-Μαυροσπήλια, στα δυτικά του νησιού, η νεκρόπολη της οποίας έδωσε ευρήματα από τη μυκηναϊκή ως την ελληνιστική εποχή. Στα ρηχά της παραλίας και ως το νησάκι του Αγ. Ανδρέα απέναντι βλέπει κανείς ίχνη βυθισμένης πολιτείας. Στο δρόμο προς την παραλία Δέκα φιλοξενήθηκαν για λίγο στο σπίτι μιας καλής Κιμωλιάτισσας κυρίας, η οποία τους φίλεψε με τοπικά εδέσματα, όπως η λαδένια, η καρπουζόπιτα κ.ά.  Στην παραλία Μπονάτσα κατέληξε η πεζοπορία και από εκεί επέστρεψαν όλοι με το λεωφορείο στην Ψάθη.

Όσοι έμειναν αρκετή ώρα πάνω στο Χωριό, την πρωτεύουσα της Κιμώλου, περιηγήθηκαν στο χώρο του Έξω και του Μέσα Κάστρου, μπαίνοντας σε αυτό από την Κάτω, στα νότια, ή την Πάνω Πόρτα, στα ανατολικά. Το μεσαιωνικό κάστρο της Κιμώλου, του 14ου ή του 16ου αι. αποτελείται στην ουσία από τα ίδια τα σπίτια του χωριού, τα οποία είναι χτισμένα με τη σκληρή πέτρα της περιοχής, τη σιδερόπετρα, και στο κέντρο του σχηματίζει μια μικρή πλατεία, όπου μπορεί κανείς να δει το ναό της Γεννήσεως του Χριστού και δίπλα του το κελί της Οσίας Μεθοδίας, πολιούχου του νησιού. Ήμαστε τυχεροί, γιατί εκπρόσωποι των ιδιοκτητών μας άνοιξαν το ναό και το κελί και μας ξενάγησαν σε αυτά αναλυτικότατα και με μεγάλη προθυμία μάλιστα. Το ίδιο έκανε και ένας κύριος, μέλος των « Κιμωλίστας », ο οποίος μας ξενάγησε με πολλή αγάπη και πάθος στο ναό-ιδιοκτησία δική του, του Ταξιάρχη.

Σειρά είχε το Αρχαιολογικό Μουσείο του νησιού, το οποίο φιλοξενεί εκθέματα κυρίως από τις ανασκαφές στο νεκροταφείο της αρχαίας πόλης της Κιμώλου, στα Ελληνικά και τον Άγ. Ανδρέα, πήλινα αγγεία, ειδώλια, λύχνους, μετάλλινα αντικείμενα, αλλά και από περισυλλογές από επιφανειακές έρευνες σε διάφορες θέσεις του νησιού. Στο μουσείο εντύπωση προξενεί το γυάλινο δάπεδο κάτω από το οποίο μπορεί να δει κανείς αναπαράσταση ταφής, καθώς και η μικρή αίθουσα προβολής μιας ενδιαφέρουσας ταινίας σχετικά με τις αρχαιότητες της Κιμώλου. Κάποιοι επισκέφθηκαν επίσης το μικρό αλλά ενδιαφέρον Λαογραφικό Μουσείο, δίπλα στο κάποτε Ολλανδικό Προξενείο του νησιού. Ο ναός της Παναγίας Οδηγήτριας βρίσκεται απέναντι από το Αρχαιολογικό και φυσικά δε χάσαμε την ευκαιρία να μπούμε μέσα και να θαυμάσουμε το ένα από τα 2 ωραιότερα εικονοστάσια του νησιού και τη φιλοτεχνημένη από το Φώτη Κόντογλου εικόνα της Παναγίας. Όσοι ήθελαν έπειτα  πήραν το λεωφορείο για το λιμάνι, ενώ άλλοι κατέβηκαν στην Ψάθη με τα πόδια, έχοντας έτσι την ευκαιρία να δουν καθ΄οδόν το Αφεντάκειο κληροδότημα, γηροκομείο έναν καιρό, ιδρυμένο από την οικογένεια ευεργετών του νησιού, γνωστή κι από τη διάσημη « Κοιμωμένη » του Γιαννούλη Χαλεπά.

Όταν συγκεντρώθηκαν όλοι, αναχωρήσαμε ικανοποιημένοι από την επίσκεψή μας στο μικρό και όμορφο νησί, για τα Πολλώνια, αφήνοντας πίσω κι αριστερά μας την Πολύαιγο, το μεγαλύτερο ακατοίκητο νησί του Αιγαίου, με το καλύτερα διατηρημένο περιβάλλον ανάμεσα σε όλα τα νησιά της Μεσογείου. Φτάσαμε σύντομα στον Αδάμαντα, όπου δειπνήσαμε, κάναμε βόλτες, ψώνια και πήγαμε έπειτα για ύπνο. Κάποιοι πήραν το λεωφορείο και ανέβηκαν για μια σύντομη βραδινή βόλτα στα γραφικά σοκάκια της Πλάκας. Την επόμενη ημέρα, Δευτέρα πρωί, φύγαμε για την περίφημη και πολυφωτογραφημένη παραλία Σαρακήνικο, που πήρε το όνομά του από τους Σαρακηνούς πειρατές. Αφού τραβήξαμε κι εμείς πολλές φωτογραφίες και ανεβοκατεβήκαμε τους λευκούς ασβεστολιθικούς λόφους στο « σεληνιακό » αυτό τοπίο, αποχαιρετίσαμε τη μικρή ομάδα των πεζοπόρων, η οποία πήρε το δρόμο για Φυλακωπή. Οι υπόλοιποι κάναμε μια σύντομη στάση στην Πάχαινα, μικρό οικισμό με ήσυχη παραλία, το τυροκομείο της οποίας « τιμήσαμε » με αρκετά ψώνια. Φύγαμε για την άλλη ονομαστή παραλία με τους περίεργους επίσης σχηματισμούς, τον Παπάφραγκα, και τη διπλανή Φυλακωπή. Η πόλη αυτή αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους του προϊστορικού Αιγαίου, όπου σώζονται ερείπια του επιβλητικού « κυκλώπειου » τείχους και του πολυάνθρωπου οικισμού. Κάποτε ήταν ένα μεγάλο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο χάρη στην εμπορία της πολύτιμης πέτρας του οψι(δι)ανού. Καταστράφηκε και αναστήθηκε τρεις φορές στο διάστημα από το 3.000 ως το 1.100 π.Χ. Δέχτηκε επιρροές από Μινωίτε ς και Μυκηναίους. Παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος της πόλης βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, μπορέσαμε να θαυμάσουμε κι εμείς, όπως κάθε επισκέπτης, το επιβλητικό τείχος, κατασκευασμένο από ηφαιστειογενείς πέτρες, και τα ίχνη του μυκηναϊκού μεγάρου. Απέναντι από την αρχαία πόλη μπορεί κανείς να δει τα Γλαρονήσια, τα οποία προσεγγίζουν εκδρομικά καραβάκια στη διάρκεια του καλοκαιριού.  Καταλήξαμε στα Πολλώνια για φαγητό και μπάνιο. Το γραφικό αυτό ψαροχώρι πήρε το όνομά του από το ναό του Απόλλωνα που υπήρχε στο Φάρο της Πελεκούδας, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται ο ναός του Αγ. Νικολάου. Είχαμε την ευκαιρία περισσότερο αυτή τη φορά απ΄ ό,τι την προηγούμενη μέρα να κάνουμε βόλτες στα μικρά και ασβεστωμένα σοκάκια του οικισμού και  να επισκεφτούμε την Αγ. Παρασκευή, τη 2η εκκλησιά του χωριού. Μείναμε εδώ ως τις 2 το μεσημέρι. Λίγο πριν τις 2 άρχισαν να εμφανίζονται και οι πεζοπόροι μας, οι οποίοι στο μεταξύ είχαν κάνει την υπέροχη διαδρομή από το Σαρακήνικο ως τη Φυλακωπή από παραλιακό μονοπάτι, που τους επέτρεψε να δουν από κοντά τις παραλίες του Μύτακα, του Αγ.Κωνσταντίνου με τα « σύρματα », την Αλογόμαντρα, την Πάχαινα και τον Παπάφραγκα, όπου κάποιοι από αυτούς κολύμπησαν. Επισκέφτηκαν και τον αρχαιολογικό χώρο της Φυλακωπής και από εκεί τους έφερε το πούλμαν στα Πολλώνια.

Επιστρέψαμε κατά τις 2:30 στον Αδάμαντα, άλλοι για μπάνιο ή φαγητό, άλλοι για ξεκούραση, και στις 6 και κάτι το απόγευμα αναχωρήσαμε για το γραφικό Κλήμα και την Πλάκα. Δυστυχώς η πρόσβαση για το πούλμαν προς το Κλήμα δεν ήταν εφικτή κι έτσι περάσαμε το βράδυ μας μόνο πάνω στην Πλάκα. Προλάβαμε μεν το ηλιοβασίλεμα, το οποίο λένε πως είναι υπέροχο από την αυλή της Παναγιάς της Κορφιάτισσας, αλλά ο ήλιος δεν είχε και πολλή όρεξη εκείνο το απόγευμα και κρυβόταν πίσω από κάτι συννεφάκια... Η εκκλησία αυτή γιόρταζε την επόμενη ημέρα, αφού είναι αφιερωμένη στο Γενέσιο της Θεοτόκου, και περιμέναμε να υπάρχει πανηγύρι, αλλά δεν έγινε τίποτα τελικά- δε μάθαμε για ποιο λόγο. Η αυλή της είναι στρωμένη με αρχαίες επιτύμβιες πλάκες και για το λόγο αυτό η θέση όπου βρίσκεται ο ναός λέγεται « Μάρμαρα ». Κοντά στην Κορφιάτισσα υπάρχει και η Παναγία των Ρόδων ή Ροζάρια, η καθολική εκκλησία, εντός της οποίας είναι θαμμένος ο Γάλλος υποπρόξενος της Μήλου Λουί Μπρεστ, ενώ στην αυλή βλέπει κανείς το περίτεχνο ταφικό μνημείο της συζύγου του. Η οικογένεια αυτή είναι αναμειμεγμένη στην υπόθεση της Αφροδίτης της Μήλου.

Ενώ οι περισσότεροι έμειναν κάτω, οι υπόλοιποι ανέβηκαν πάνω στο Ενετικό Κάστρο του 13ου αι. περνώντας από την Υπαπαντή του Χριστού ή Παναγιά τη Θαλασσίτρα, ναό εξαιρετικής αρχιτεκτονικής, με υπέροχο καμπαναριό και  από τις παλαιότερες εκκλησίες της Μήλου. Φωτογραφηθήκαμε και εμείς κοντά στην πιο φωτογραφημένη εκκλησία του νησιού και πήραμε την ανηφόρα. Στην κορυφή του Κάστρου, δίπλα στη Μέσα Παναγιά ή Σκινιώτισσα, μια και η εικόνα της βρέθηκε πάνω σε σκίνο, φωτογραφηθήκαμε, θαυμάσαμε την πανοραμική θέα ως το ακρωτήρι Βάνι, ως πέρα στο Σαρακήνικο, την Αχιβαδολίμνη, αγναντέψαμε το νυσταγμένο ήλιο, που φαινόταν θαμπός μέσα από τα πολλά σύννεφα, και αρχίσαμε να κατηφορίζουμε.

Κάναμε βόλτες στα στενάκια της Πλάκας, δειπνήσαμε, δοκιμάσαμε διάφορες γλυκές λιχουδιές και κατεβήκαμε αργά πλέον στα καταλύματά μας, στον Αδάμαντα.  Τρίτη πρωί, τελευταία μας μέρα στη Μήλο, πήραμε το δρόμο για τη μεσαιωνική πρωτεύουσα του νησιού, τη Ζεφυρία ή Παλαιόπολη, όπου επισκεφτήκαμε την Παναγιά την Πορτιανή, τη μοναδική διασωθείσα εκκλησία της Παλαιάς Χώρας. Χαρακτηριστικό είναι το ότι έχει χρησιμοποιηθεί για το χτίσιμό της η σταχτόχρωμη ζαχαρόπετρα της Μήλου. Πήρε το όνομά της από την πύλη του κάστρου, που υπήρχε εκεί. Ξεναγηθήκαμε στο ναό, παρατηρήσαμε τις αξιοθαύμαστες παλαιές τοιχογραφίες και φύγαμε για το Παλαιοχώρι. Στην υπέροχη παραλία του Παλαιοχωρίου με τα ποικίλα πετρώματα και την έντονη μυρωδιά του θείου, τα βαθιά και ολοκάθαρα νερά και τις θερμές πηγές μέσα στη θάλασσα μείναμε δυόμισι περίπου ώρες για μπάνιο ή καφέ.

Επιστρέφοντας στον Αδάμαντα είχαμε το χρόνο να κάνουμε μια σύντομη επίσκεψη στο Εκκλησιαστικό Μουσείο, που στεγάζεται στο ναό της Αγ. Τριάδας, ο οποίος πιθανότατα κτίστηκε πριν από την Εικονομαχία. Στους χώρους του ναού εκτίθενται μοναδικές εικόνες φιλοτεχνημένες από τους γνωστούς αγιογράφους Σκορδίληδες, σπάνια κοσμήματα, θυμιατά, εκκλησιαστικά σκεύη και, σε ξεχωριστή αίθουσα, ασπρόμαυρες παλιές φωτογραφίες και σχέδια από τις Κατακόμβες της Μήλου.  

Επιβιβαστήκαμε στο πλοίο μας, φωτογραφίσαμε από κοντά σχεδόν το  γραφικό Κλήμα με τα πολύχρωμα « σύρματά » του, τα σπιτάκια όπου σύρονται οι ψαρόβαρκες, τις «Αρκούδες», τους δυο βράχους στην είσοδο του κόλπου του Αδάμαντα που θυμίζουν όρθιες αρκούδες, και αποχαιρετίσαμε έτσι το όμορφο αυτό νησί που μας φιλοξένησε τόσο θερμά.

Φτάσαμε στον Πειραιά, μπήκαμε πάλι στο πούλμαν και φτάσαμε γύρω στις 10 και κάτι στη Νίκαια, έχοντας ακόμα ζωντανές τις εικόνες από τη Μήλο και την Κίμωλο στα μάτια και το μυαλό.