Ξεκινήσαμε με ένα πούλμαν σχεδόν γεμάτο, στις 7:15 π.μ. από τη Νίκαια, και παραλάβαμε αρκετούς φίλους από το Αιγάλεω ως και από τη λεωφόρο Μαραθώνος. Φτάσαμε στη Ραφήνα και επιβιβαστήκαμε στο πλοίο, το οποίο μας έβγαλε στα Νέα Στύρα. Εδώ μας περίμενε τοπικό λεωφορείο, για να μας οδηγήσει στο διάσελο Πετροκάναλο ( 954 μ.), από όπου θα άρχιζε η διάσχιση του περίφημου φαραγγιού του Δημοσάρη. Αφήσαμε πίσω μας την όμορφα δομημένη πολιτεία της Καρύστου, αφού  άρχισε ναχτίζεται το 1843 από Βαυαρούς μηχανικούς του Όθωνα, και περάσαμε αρκετά κοντά στο Κάστρο Καστέλο Ρόσσο της Καρύστου ή Κοκκινόκαστρο που δεσπόζει στους πρόποδες της Όχης. Το Βυζαντινό αυτό αρχικά κάστρο, που χτίστηκε πάνω στην αρχαία ακρόπολη το 1030, με τη φράγκικη, ενετική και οθωμανική οχύρωσή του  στη συνέχεια, δέχτηκε πολλές πολιορκίες και άνοιξε τελικά τις πόρτες του στους Έλληνες το 1833 μετά την απελευθέρωση.

Ψηλά στην Όχη οι διάφοροι περίεργοι βραχοσχηματισμοί μας εξήπταν τη φαντασία και κάπως έτσι μάλλον θα δημιουργήθηκαν και οι θρύλοι για τα ονομαστά “δρακόσπιτα” του βουνού αυτού, που φτάνουν, λένε, τα 20 στην περιοχή των Στύρων, με σπουδαιότερο ανάμεσά τους εκείνο της κορυφής της Όχης.

Φτάσαμε στο σημείο όπου θα συνεχίζαμε με τα πόδια, μετά από αρκετή ώρα, αφού ο δρόμος ήταν ανηφορικός και δύσκολος.  Σε λίγο βρισκόμαστε μπροστά στην είσοδο του φαραγγιού με τον ξεθωριασμένο -δυστυχώς- ενημερωτικό πίνακα, αλλά με μερικές μοσχοβολιστές ριζούλες από τσάι του βουνού για το καλωσόρισμα. Το φαράγγι αυτό έχει κρατήσει μάλλον τη βυζαντινή ονομασία του και σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή προέρχεται από το Δημοσάριος, που σημαίνει αυτός που εκμεταλλεύεται δημόσιο κτήμα. Άλλη εκδοχή υποστηρίζει ότι έχει να κάνει με το ρέμα Δημοσάρης, το οποίο επίσης δηλώνει ότι τα νερά του ανήκαν στο δημόσιο.Αρχίσαμε να κατηφορίζουμε τη στενή κοιλάδα που κάποτε αποτελούσε έναν από τους κυριότερους διαδρόμους επικοινωνίας της νότιας Εύβοιας, κάτι που μπορεί κανείς να διαπιστώσει ακόμα και σήμερα περπατώντας πάνω στο λιθόστρωτο μονοπάτι με τα λείψανα του παλιού καλντεριμιού που μοιάζουν να συντηρούνται τακτικά και στις μέρες μας, ώστε να εξακολουθεί να εντυπωσιάζει η κατασκευή. Εξάλλου ακόμα και σήμερα αποτελεί ζωντανό πέρασμα για τους κτηνοτρόφους της περιοχής. Και πρέπει να πούμε ότι έχει και πολύ καλή σηματοδότηση! Τιμή στους μαστόρους για τη δεξιοτεχνία τους στην κατασκευή του μονοπατιού αποτελεί η διάσχισή του από κάθε πεζοπόρο. Η διαδρομή των 10 χλμ. μας μάγεψε! Δέντρα πανύψηλα, με χοντρούς κορμούς, με τις ρίζες τους μέσα στα νερά του ποταμού που μας συνόδευε με το μουρμουρητό του σε όλη σχεδόν τη διαδρομή, πηγές, μικροί και μεγάλοι καταρράκτες, λιμνούλες, ρηχές και βαθιές, που σε προκαλούσαν για ένα δροσερό μπανάκι, παραποτάμια δάση πανάρχαια ως πάνω στις πλαγιές  με τους μεγάλους και περίεργους βραχοσχηματισμούς είναι μερικά μόνο, θα έλεγε κανείς, από τα εντυπωσιακά στοιχεία αυτού του περάσματος, που το κάνει να ξεχωρίζει από άλλα “αδέρφια” του. Μαζί με τα πάμπολλα γέρικα πλατάνια, τους ίταμους, τα αρκουδοπούρναρα, τις αριές, τα σφενδάμια, τις δρυς έκαναν την εμφάνισή τους και μερικές υπεραιωνόβιες καστανιές. Τι να πει κανείς για τους κελαηδισμούς των παντός είδους πουλιών, που μας καλωσόριζαν από τα ψηλά κλαδιά των δέντρων : κοκκινολαίμηδες, σπίνοι, νεροκότσυφες μας τραγουδούσαν συνεχώς, γεράκια και άλλα αρπακτικά φαίνονταν πού και πού στον ουρανό, όποτε τα μάτια μας ξέφευγαν από το ειδυλλιακό τοπίο του μονοπατιού και ατένιζαν τον ουρανό! Και νεαρές σαλαμάνδρες ακόμα εμφανίζονταν πάνω στις ζεστές πέτρες και κρύβονταν αμέσως, μόλις τις πλησιάζαμε.Κάποιοι από τους πεζοπόρους που προηγήθηκαν και κατέβηκαν αρκετά νωρίς στην παραλία του Καλλιανού είδαν μέχρι και τον κίτρινο βομβητή, τον ορεινό βάτραχο που ζει στα δροσερά νερά του ποταμού. Αυτοί ακριβώς ήταν που, αφού ακολούθησαν πορεία 1,5 περίπου χλμ. σε χωματόδρομο, μετά το χωριό των Λενοσαίων, πήραν πάλι το μονοπάτι μέσα από το ποτάμι, κάτω από τον πράσινο θόλο των πλατανιών, που τους έφερε στη θάλασσα. Εκτός του ότι κατηφορίζαμε σχεδόν συνεχώς, πράγμα που απαιτούσε τη διαρκή προσοχή μας, η διαδρομή δεν παρουσίαζε καμιά ουσιαστική δυσκολία, γι΄αυτό και κάναμε λιγοστές στάσεις για να ξεκουραστούμε λίγο, να τσιμπήσουμε κάτι, να πιούμε λίγο δροσερό νερό. Φτάσαμε όλοι οι υπόλοιποι τελικά μετά από 4,5 ώρες στη γέφυρα και τα πρώτα σπίτια των Λενοσαίων, απ΄όπου μας παρέλαβε το βανάκι που μας οδήγησε στο λεωφορείο για την επιστροφή στα Νέα Στύρα. Στην ανατολική πλευρά του ρέματος μπορούσε να δει κανείς τους διάσπαρτους μικρούς οικισμούς του Καλλιανού. Δυο ώρες παραμονής στο λιμάνι των Νέων Στύρων μας έφτασαν για ένα απογευματινό μπάνιο στη θάλασσα και φαγητό ή καφέ στη συνέχεια.

Πήραμε το πλοίο για την Αγ. Μαρίνα στις 7:45 και εκεί μας περίμενε το πούλμαν που μας έφερε πίσω στη Νίκαια γεμάτους όμορφες εντυπώσεις από τη διάσχιση του μοναδικού φαραγγιού!

Μπορείτε να δείτε και video της εκδρομής από τον κ. Θ. Καρατζά.