Το Σάββατο, 18 Νοεμβρίου, ξεκινήσαμε στις 7.15 από τη Νίκαια, λίγοι και καλοί, μιας και αρκετοί ακύρωσαν τη συμμετοχή τους λόγω των πλημμυρών τις προηγούμενες ημέρες, με τα δυσάρεστα αποτελέσματα στη Δυτική Αττική. Περνώντας από τις πληγείσες περιοχές είδαμε μέσα από το πούλμαν τις πλημμυρισμένες περιοχές και ευχηθήκαμε να είναι η τελευταία φορά που οι συνάνθρωποί μας πληρώνουν ακόμα και με τη ζωή τους τα πολεοδομικά σφάλματα της πολιτείας τα προηγούμενα χρόνια. Συνεχίζοντας για Τρίπολη κάναμε μια ολιγόλεπτη στάση στο « Σπαθοβούνι » και ύστερα φύγαμε για τη Βυτίνα. Φτάνοντας στη Βυτίνα σταματήσαμε λιγότερο από μια ώρα,  για να γνωρίσουμε από κοντά την όμορφη αυτή κωμόπολη της Αρκαδίας.

Αναμφισβήτητα, η Βυτίνα είναι μία παραδοσιακή, κωμόπολη με πανέμορφα πέτρινα σπίτια  χτισμένα με το «Λαγκαδινό ύφος»… Η πέτρα και το ξύλο, το σίδερο του καμινιού και οι κεραμοσκεπές είναι τα υλικά που συναντάει  κάποιος  που θα επισκεφθεί τη Βυτίνα, η οποία βρίσκεται στα 1033 μ.

Ανέκαθεν η Βυτίνα ήταν τουριστικό θέρετρο. Παλιότερα, όταν το βουνό ήταν «το φάρμακο της φυματίωσης», τους θερινούς μήνες η κωμόπολη κατακλυζόταν από πολύ κόσμο. Αδιάψευστος μάρτυρας τα δύο ερειπωμένα Σανατόρια, το ένα στην πλαγιά του Μαινάλου και το άλλο κοντά στα Μαγούλιανα. Σήμερα έχει αναπτύξει πολύ τον τουρισμό και πολλοί κατακλύζουν την περιοχή, για να απολαύσουν το ειδυλλιακό και καταπράσινο περιβάλλον της, αφού στεφάνι και καμάρι της είναι το υπέροχο βουνό της , το  Μαίναλο.Στη συνέχεια μια ομάδα έφυγε για την παλαιά Βυτίνα, από όπου θα ξεκινούσε την 5ωρη πεζοπορία της στο “Πράσινο μονοπάτι” του Μαινάλου  περνώντας από τα Μαύρα λιθάρια , την Παναγιά της Σφυρίδας και καταλήγοντας στο Βαλτεσινίκο.  Η  δεύτερη ομάδα θα έκανε μια εξίσου πανέμορφη 3ωρη διαδρομή, που θα ξεκινούσε από το υπέροχο χωριό Μαγούλιανα  και θα κατέληγε και αυτή στο Βαλτεσινίκο. Εδώ λοιπόν στην  Αρκαδική Γη και  στο αγαπημένο μας βουνό, το Μαίναλο, περπατήσαμε, ένα μέρος, που έγινε διεθνές σύμβολο ως ένα φυσικό τοπίο όπου επικρατεί η γαλήνη, η απλότητα και η ευτυχία. Ήταν ο τόπος  όπου στη μυθολογία γεννήθηκε η μουσική και που ύμνησαν οι κυριότεροι ποιητές και λογοτέχνες στα «Βουκολικά» έργα τους στην Αναγέννηση. Εδώ οι ποιμένες Αρκάδες ζούσαν μια υπέροχη ζωή μέσα στη φύση, κάτι που όλοι μας ονειρευόμαστε...Η πεμπτουσία  αυτής της αντίληψης εκφράζεται στον πίνακα του Ν. Πουσέν «Οι ποιµένες της Αρκαδίας» (1647), που βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου με την επιγραφή πάνω του  «Και εγώ στην Αρκαδία» έζησα. Σε αυτό  το ειδυλλιακό τοπίο με τα ελατοσκέπαστα βουνά, τα οροπέδια, τα φαράγγια, τα ποτάµια, εικόνες  που συνοδεύονται από τον ήχο από τα κελαηδίσματα των πουλιών  και τα απομακρυσμένα κουδουνίσματα  των κοπαδιών,  σαν μια πανάρχαιη μουσική από τον ήχο της καλαμένιας φλογέρας του τραγοπόδαρου θεού Πάνα, που γεννήθηκε στο Μαίναλο, είχαμε την τύχη να περπατήσουμε...Από την Παλαιά Βυτίνα πήραμε το μονοπάτι για τα Μαύρα Λιθάρια, μια περιοχή με υπέροχη θέα στον ποταμό Μυλάοντα. Στον δρόμο  κατηφορίζοντας για τα Μαύρα Λιθάρια κοντοσταθήκαμε, για να ακούσουμε καλύτερα. Αριστερά από τον λόφο ακουγόντουσαν κουδουνίσματα  και ένας υπέροχος ήχος από φλογέρα. Στην αρχή νομίσαμε ότι μάλλον μας ξεγελούν τα αυτιά μας και ο θεός Πάνας που ακούσαμε στο πούλμαν ότι έζησε εδώ στο Μαίναλο ήταν στη σφαίρα της φαντασίας μας,  αλλά σε λίγο συνειδητοποιήσαμε ότι κάποιος βοσκός έπαιζε εκεί κοντά μια καταπληκτική φλογέρα. ΄Ηταν ο γνωστός Παναγιώτης Κοκώνης που, από ό,τι μάθαμε στη συνέχεια, παίζει φλογέρα ακόμα και στα πανηγύρια της περιοχής. Μετά τα ευχάριστα αυτά ακούσματα φτάσαμε στα Μαύρα Λιθάρια και, αφού θαυμάσαμε τη θέα, κατηφορίσαμε προς την κοίτη του ποταμού και περάσαμε απέναντι από το γεφύρι της Τζαβάραινας.Πήραμε το ανηφορικό μονοπάτι,  όπου τα σήματα πλέον ήταν πολύ αραιά, και μετά από λίγη ώρα συναντήσαμε τον χωματόδρομο  που έρχεται από το μοναστήρι της Κερνίτσας. Τον πήραμε προς τα αριστερά και στο τέλος του συναντήσαμε το μονοπάτι που πάει προς το Ασκηταριό της Σφυρίδας. Φτάσαμε εδώ στο  εκκλησάκι που βρίσκεται μέσα στον βράχο και κάναμε την πρώτη μας στάση, μιας και είχαμε περπατήσει συνολικά μιάμιση ώρα περίπου. Σχεδόν σε όλη τη διαδρομή κατά διαστήματα ψιλόβρεχε  και το μικρό διάλειμμα μας έδωσε δύναμη να συνεχίσουμε. Αφού ξεκουραστήκαμε, πήραμε το ανηφορικό μονοπάτι και μέσα από τον Κουφόλογγο φτάσαμε στην άσφαλτο που οδηγεί από τα Μαγούλιανα στο χωριό Λάστα.Περπατήσαμε 5-10 λεπτά αριστερά στην άσφαλτο προς τα Μαγούλιανα και ύστερα φύγαμε δεξιά σε μονοπάτι μέσα στο δάσος με έλατα. Μια κατηφορική διαδρομή που καταλήγει σε κτήματα  με καρυδιές και από εκεί δρόμος που φτάνει στο φαράγγι του Ελλά.  Στον δρόμο συναντήσαμε μικρά ρυάκια και σε πολλά σημεία πεσμένα δέντρα που δυσκόλευαν την πορεία μας και έπρεπε να παρακαμφθούν. Εν τω μεταξύ η βροχή άρχισε να δυναμώνει, αλλά ήδη το χωριό φαινόταν πολύ κοντά. Φτάσαμε στην κάτω μεριά του χωριού , περάσαμε το ξύλινο γεφυράκι και ανηφορίσαμε  για το κέντρο του χωριού. Σχεδόν πέντε ώρες παρά κάτι περπατήσαμε σε αυτή την υπέροχη διαδρομή. Η βροχή μας είχε μουσκέψει, αλλά φτάνοντας στο πούλμαν αλλάξαμε ρούχα και κατευθυνθήκαμε στην ταβέρνα, όπου ήδη το τζάκι ήταν αναμμένο.Εδώ πριν λίγη ώρα  είχαν φτάσει οι τουρίστες και η δεύτερη ομάδα,  που και αυτοί στη διαδρομή τους συνάντησαν αρκετή βροχή,και ζεσταινόντουσαν και έπιναν το κρασάκι τους δίπλα στο τζάκι. Ξεκίνησαν και αυτοί από τα Μαγούλιανα,το ψηλότερο κατοικημένο χωριό της Πελοποννήσου (1.365 μ.).Πρόκειται για ένα γραφικό, πανέμορφο και παραδεισένιο χωριό με τον μεγάλο πλάτανο στην πλατεία του,  που σίγουρα μαγεύει τον επισκέπτη με την πρώτη κιόλας ματιά. Έκαναν την πορεία τους στο μονοπάτι που συνδέει τα Μαγούλιανα με τη Μονή Κερνίτσης , περάσανε κοντά στο Αργυρόκαστρο, που βρίσκεται στην κορυφή απόκρημνου υψώματος σε υψόμετρο 1450 μ., και τον Πύργο, όπου παραθέριζαν οι Βιλλεαρδουίνοι, και συνέχισαν για τη Σφυρίδα.Λίγο πριν φτάσουν στη Σφυρίδα, ανέβηκαν στην άσφαλτο και από εκεί παίρνοντας το ίδιο μονοπάτι με τους ορειβάτες κατέληξαν στο Βαλτεσινίκο κάνοντας μια συνολική διαδρομή πάνω από τρεις ώρες.

Μαγευτική η διαδρομή, γεμάτη μικρές περιπέτειες, μια και η βροχή συνόδεψε σε ένα μέρος της και τους πεζοπόρους και είχαν κι αυτοί να περάσουν από  μικρούς χείμαρρους.Όταν πια φάνηκε το χωριό, έμενε μισή ώρα μόνο πορείας, που πέρασε γρήγορα περπατώντας ανάμεσα σε καρυδιές, καστανιές, λεύκες, έλατα και μηλιές. Το Βαλτεσινίκο είναι ένα γραφικό χωριό χτισμένο αμφιθεατρικά σε λόφο, « σκαρφαλωμένο » στα 1100 μ. και  έχει κηρυχτεί παραδοσιακός οικισμός. Κοντά του βρίσκονται τα  ερείπια του ναού της Άρτεμης από τον 7ο αι.π.Χ. Όσοι λοιπόν έφτασαν νωρίς πρόλαβαν να απολαύσουν μια βόλτα στο όμορφο χωριό, αυτό που δεν μπορεί να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. Πολύ σύντομα όλοι γευόμασταν τα νόστιμα μαγειρευτά που είχαν ετοιμάσει οι ταβέρνες του χωριού. Έτσι παρέα όλοι μαζί ήπιαμε το κρασάκι μας, φάγαμε τους μεζέδες μας και το σπιτικό επιδόρπιο  που μας σέρβιραν οι αμφιτρύονές μας. Αφού μας απέμενε λίγος  χρόνος, βγήκαμε για ψώνια και « ενισχύσαμε » την αγορά του χωριού παίρνοντας μέλι Μαινάλου, καρύδια και διάφορα άλλα προϊόντα του τόπου.Λίγο πριν τις 5 φύγαμε για τη Βυτίνα, όπου μείναμε πολύ λίγο και στη συνέχεια αναχωρήσαμε για Νίκαια. Μια μικρή στάση στο Σπαθοβούνι και φτάσαμε στην Αθήνα κουρασμένοι μεν σωματικά,αλλά γεμάτοι με εικόνες που θα μας συνοδεύουν για αρκετό χρόνο από το υπέροχο αυτό μέρος της Αρκαδικής Γης...